Διατηρούνται σε ισχύ οι δασμοί των ΗΠΑ - Εφετείο «πάγωσε» την ακύρωσή τους

Ο Λευκός Οίκος κατακεραύνωσε την απόφαση, ενώ εμπορικοί εταίροι των ΗΠΑ τη χαιρέτισαν, με την Κίνα ειδικά να καλεί να «ακυρωθούν πλήρως» οι επιπρόσθετοι δασμοί.
Λιγότερες από 24 ώρες μετά την αναίρεσή τους από ομοσπονδιακό δικαστήριο αρμόδιο για ζητήματα διεθνούς εμπορίου σε πρώτο βαθμό, οι τελωνειακοί δασμοί την επιβολή των οποίων έχει ανακοινώσει ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ διατηρήθηκαν σε ισχύ προσωρινά από ομοσπονδιακό δικαστήριο, ωσότου εξετάσει την υπόθεση πιο διεξοδικά.
Προχθές Τετάρτη, το ομοσπονδιακό δικαστήριο για το διεθνές εμπόριο (ITC) αποφάνθηκε ότι ο κ. Τραμπ υπερέβη τις εξουσίες του επιβάλλοντας γενικευμένους τελωνειακούς δασμούς, καθώς η λήψη αποφάσεων για τέτοια μέτρα επαφίεται στο Κογκρέσο.
Η απόφαση αυτή εμπόδιζε την εφαρμογή των τελωνειακών δασμών που επιβλήθηκαν στον Καναδά, στο Μεξικό και στην Κίνα, καθώς και των «ανταποδοτικών» δασμών που επιβλήθηκαν στις αρχές Απριλίου στα εισαγόμενα προϊόντα από τις περισσότερες χώρες του κόσμου.
Ο Λευκός Οίκος κατακεραύνωσε την απόφαση, ενώ εμπορικοί εταίροι των ΗΠΑ τη χαιρέτισαν, με την Κίνα ειδικά να καλεί να «ακυρωθούν πλήρως» οι επιπρόσθετοι δασμοί.
Ο Ντόναλντ Τραμπ επανήλθε στο θέμα χθες βράδυ, χαρακτηρίζοντας την απόφαση του ITC «τόσο λαθεμένη» και «τόσο πολιτική» κι εκφράζοντας την ελπίδα πως το Ανώτατο Δικαστήριο θα «αντιστρέψει» αυτή τη «φρικτή» εξέλιξη που «απειλεί τη χώρα», κατ’ αυτόν, «γρήγορα και αποφασιστικά», όπως τόνισε μέσω Truth Social, πληκτρολογώντας τα δυο επιρρήματα με κεφαλαία, όπως συνηθίζει για έμφαση.
Η κυβέρνησή του υπέβαλε αμέσως έφεση κι ανέφερε πως θα στρεφόταν στο Ανώτατο Δικαστήριο, πιθανόν σήμερα, για να εξασφαλίσει τη διατήρηση σε ισχύ των δασμών.
Όμως ομοσπονδιακό εφετείο έκανε δεκτό το αίτημα της κυβέρνησης, αναφέροντας πως θα καταπιαστεί με τις δυο διαδικασίες - την απόφαση του ITC, η οποία ακολούθησε προσφυγή μικρών επιχειρήσεων και συμμαχίας αμερικανικών πολιτειών, και την προσφυγή της κυβέρνησης Τραμπ εναντίον της.
«Είμαστε πολύ ικανοποιημένοι για την απόφαση αυτή, την περιμέναμε», δήλωσε ο Κέβιν Χάσετ, κορυφαίος σύμβουλος του προέδρου Τραμπ για οικονομικά ζητήματα, στο Fox News. Κατ’ αυτόν, το εφετείο αντιλήφθηκε πως «θα ξαναδώσουμε στην Αμερική το μεγαλείο της χάρη σε δίκαιες εμπορικές συμφωνίες», όπως είπε αναμασώντας το βασικό σύνθημα του Ρεπουμπλικάνου.
Μετά την απόφαση σε πρώτο βαθμό, η Κίνα έσπευσε να παροτρύνει την κυβέρνηση των ΗΠΑ να «ακυρώσει τελείως τους μονομερείς αδικαιολόγητους τελωνειακούς δασμούς», με τη φωνή μιας εκπροσώπου του υπουργείου Εμπορίου.
Ο καναδός πρωθυπουργός Μαρκ Κάρνι επίσης χαιρέτισε την απόφαση να ανασταλούν οι «παράνομοι και αδικαιολόγητοι», κατ’ αυτόν, τελωνειακοί δασμοί.
Ωστόσο «εκτιμάμε ότι η εμπορική σχέση μας με τις ΗΠΑ συνεχίζει πάντα να απειλείται» εξαιτίας των τελωνειακών δασμών στον χάλυβα, στο αλουμίνιο και στα αυτοκίνητα, τόνισε απευθυνόμενος στο καναδικό κοινοβούλιο. Ο κ. Κάρνι συμπλήρωσε δηκτικά πως ευελπιστεί να «ενισχύσουμε τη συνεργασία με αξιόπιστους εμπορικούς εταίρους και συμμάχους μας σε όλο τον κόσμο».
Το ITC αποφάνθηκε πιο συγκεκριμένα ότι ο αμερικανός πρόεδρος δεν μπορεί να επικαλείται τον νόμο περί έκτακτης οικονομικής ανάγκης (IEEPA) του 1977 -όπως έκανε ο κ. Τραμπ- προκειμένου να δικαιολογήσει τη χρήση προεδρικών εκτελεστικών διαταγμάτων για την επιβολή τελωνειακών δασμών, ώστε «να επιβάλλει απεριόριστους επιπρόσθετους δασμούς σε αγαθά από σχεδόν όλες τις χώρες», όπως αναφέρει η απόφασή του, έκτασης 49 σελίδων.
Ο νόμος IEEPA επιτρέπει στον εκάστοτε πρόεδρο να αποφασίζει «απαραίτητα οικονομικά μέτρα» ή να επιβάλλει οικονομικές κυρώσεις για «την αντιμετώπιση ‘εξαιρετικής και ασυνήθιστης’ απειλής», εξήγησε το δικαστήριο.
Σύμφωνα με τους δικαστές, τα εκτελεστικά διατάγματα της 2ης Απριλίου, με τα οποία επιβλήθηκαν οι δασμοί κατ’ ελάχιστον 10% στο σύνολο των εισαγόμενων προϊόντων και ως και 50% ανάλογα με τη χώρα προέλευσης, «υπερβαίνουν τις εξουσίες που έχουν δοθεί στον πρόεδρο στο πλαίσιο του νόμου IEEPA (σ.σ. επιτρέπει ανάληψη δράσης σε περίπτωση που διαπιστωθεί κατάσταση ‘έκτακτης οικονομικής ανάγκης’) για τη ρύθμιση των εισαγωγών μέσω της χρήσης τελωνειακών δασμών».
Σε γραπτή γνωμοδότηση που συνοδεύει την απόφαση, ένα από τα μέλη του δικαστηρίου, που δεν κατονομάζεται, επισήμανε ότι η παραχώρηση «απεριόριστης» εξουσίας στον πρόεδρο ως προς τους τελωνειακούς δασμούς συνεπάγεται «αποκήρυξη» της αρμοδιότητας της νομοθετικής εξουσίας για αυτό, παραχώρησή της στην εκτελεστική, κάτι που αντίκειται προς το Σύνταγμα των ΗΠΑ.
Η ετυμηγορία ακολούθησε δυο προσφυγές, μια από συμμαχία δώδεκα αμερικανικών πολιτειών, ανάμεσα στις οποίες είναι η Αριζόνα, το Όρεγκον, η Νέα Υόρκη και η Μινεσότα, έτερη από συλλογικό φορέα μικρών επιχειρήσεων, που πρόσαψαν στον πρόεδρο Τραμπ και στην κυβέρνησή του πως ιδιοποιήθηκε εξουσίες που ανήκουν στο Κογκρέσο.
Τη 2η Απριλίου, ή ημέρα της «απελευθέρωσης», όπως τη βάφτισε, ο Ρεπουμπλικάνος ανήγγειλε κυμαινόμενους «ανταποδοτικούς» τελωνειακούς δασμούς σε ουσιαστικά όλες τις χώρες του κόσμου, προτού κάνει πίσω, αντιμέτωπος με τον πανικό στις αγορές, ανακοινώνοντας παύση του μέτρου για 90 ημέρες -διατηρώντας μολαταύτα σε ισχύ τους δασμούς «βάσης» 10%-, ώστε να διεξαχθούν διαπραγματεύσεις για εμπορικές συμφωνίες.
Έπειτα από μπραντεφέρ και κλιμάκωση των κολοσσιαίων δασμών από τη μια κι από την άλλη πλευρά, το Πεκίνο και η Ουάσιγκτον εντέλει συνεννοήθηκαν στα μέση Μαΐου και κατέβασαν τους δασμούς στο 10% για τα αμερικανικά αγαθά και στο 30% για τα κινεζικά, ενόψει διμερών διαπραγματεύσεων.
Παρά την αποκλιμάκωση αυτή, η εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου στηλίτευσε για ακόμη μια φορά χθες τον αμερικανικό προστατευτισμό που «δεν ωφελεί κανέναν».