ΔΝΤ: Στο 130,2% του ΑΕΠ το ελληνικό χρέος το 2030 - Παραμένουν οι προκλήσεις

Διατήρηση των πλεονασμάτων
Μεγάλη μείωση του δημόσιου χρέους κατά 16,5 ποσοστιαίες μονάδες μέσα στην επόμενη πενταετία, ακόμα και με μικρότερα δημοσιονομικά πρωτογενή πλεονάσματα, προβλέπει για την Ελλάδα η νέα έκθεση Fiscal Monitor που δημοσιοποίησε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Το ΔΝΤ προβλέπει ότι το χρέος θα υποχωρήσει από 146,7% του ΑΕΠ το 2025 στο 130,2% το 2030, με τη χώρα να διατηρεί σταθερή δημοσιονομική πορεία, με συνεχή πρωτογενή πλεονάσματα κάθε χρόνο.
Ωστόσο το Ταμείο εκτιμά ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα θα είναι αισθητά μικρότερα από τους επίσημους στόχους της ελληνικής κυβέρνησης. Και αυτό παρότι η εμπειρία έχει δείξει ότι την τελευταία τριετία τουλάχιστον, η χώρα κατέγραφε υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα από αυτά που προέβλεπε η κυβέρνηση.
Συγκεκριμένα ηια το 2025 προβλέπεται πλεόνασμα 3,2% του ΑΕΠ, έναντι 3,6% που εκτιμά η Αθήνα, ενώ για το 2026 τοποθετεί τον πήχη των προσδοκιών στο 2,3% αντί 2,8% που προβλέπει ο νέος κρατικός προϋπολογισμός.
Στη συνέχεια, τα πλεονάσματα αναμένεται να διαμορφωθούν στο 1,8% για τα έτη 2027 και 2028, να αυξηθούν οριακά στο 1,9% το 2029 και να καταλήξουν στο 2% του ΑΕΠ το 2030.
Παρά το γεγονός ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα που προβλέπει το ΔΝΤ είναι χαμηλότερα από τα επίπεδα των τελευταίων ετών, το Ταμείο εκτιμά ότι η επίτευξή τους αρκεί για να οδηγεί σε αποκλιμάκωση του χρέους και περιορισμό των χρηματοδοτικών αναγκών του Δημοσίου.
Αν και τα πρωτογενή πλεόνασμα «αντέχουν», όσον αφορά στο συνολικό δημοσιονομικό ισοζύγιο -μαζί με τις πληρωμές για τόκους- το ΔΝΤ προβλέπει μηδενικό έλλειμμα (δηλαδή καθόλου πλεόνασμα) το 2025 και συνεχή χαμηλά ελλείμματα από το 2026 και τα επόμενα χρόνια.
Εκτιμά ότι το δημοσιονομικό αποτέλεσμα (δηλαδή το πρωτογενές ισοζύγιο μαζί με τις πληρωμές για τόκους) θα διαμορφώνεται στο -0,8% του ΑΕΠ το 2026 (έναντι για έλλειμμα -0,1% που προβλέπει η Αθήνα) αλλά θα φτάσει μέχρι και στο -1,4% από το 2027 και μετά. Το Ταμείο υπογραμμίζει ότι τα μικρά αυτά ελλείμματα δεν ανατρέπουν τη συνολική δημοσιονομική εικόνα και συνδέονται κυρίως με την αύξηση των δαπανών για ανάπτυξη και κοινωνική στήριξη.
Σε ένα φαινομενικά αντιφατικό σημείο, το ΔΝΤ προβλέπει αύξηση των δημοσίων εσόδων στο 50% του ΑΕΠ το 2026, παρά τα νέα φορολογικά μέτρα ύψους 1,76 δισ. ευρώ για την ανακούφιση της μεσαίας τάξης. Αυτό υποδηλώνει ότι η οικονομική δραστηριότητα και η φορολογική βάση αναμένεται να συνεχίσουν να ενισχύονται, αντισταθμίζοντας τις απώλειες από τις φορολογικές ελαφρύνσεις. Στη συνέχεια, τα έσοδα προβλέπεται να υποχωρήσουν σταδιακά στο 46,8% του ΑΕΠ το 2030, πιθανόν ως αποτέλεσμα περαιτέρω μειώσεων φόρων.
Οι δαπάνες αναμένεται να ακολουθήσουν παρόμοια πορεία, αυξανόμενες στο 50,8% του ΑΕΠ το 2026 και μειούμενες σταδιακά στο 48,2% το 2030.
Συνολικά το ΔΝΤ αναγνωρίζει τη σημαντική πρόοδο στη μείωση του χρέους και τη διατήρηση πλεονασμάτων, αλλά τονίζει ότι οι προκλήσεις παραμένουν. Η διατήρηση της δημοσιονομικής σταθερότητας και η ενίσχυση της ανάπτυξης και της παραγωγικότητας θεωρούνται κρίσιμες προϋποθέσεις για τη βιώσιμη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ΔΝΤ υπολογίζει το δημόσιο χρέος με διαφορετική μεθοδολογία από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, γεγονός που εξηγεί τις διαφορές στις μετρήσεις.