"Βραχνάς" οι απλήρωτοι λογαριασμοί ρεύματος - Σκαρφάλωσαν στα 3,4 δισ. - Αυξήθηκαν κατά 40% το 2024

Ενα ποσό της τάξης του 1,6 δισ. ευρώ εκ των συνολικών ανεξόφλητων οφειλών προέρχεται από πελάτες που έχουν αλλάξει πάροχο.
Εκτινάχθηκαν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των καταναλωτών ηλεκτρικού ρεύματος προς τους παρόχους πέρυσι, καταγράφοντας άλμα της τάξης περίπου του 40% σε σύγκριση με το 2023.
Σύμφωνα με την έκθεση της αρμόδιας ρυθμιστικής αρχής (ΡΑΑΕΥ) για τη λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας το 2024, οι συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές νοικοκυριών, μικρών, μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων έφτασαν στα 3,4 δισ. ευρώ, έναντι 2,4 δισ. ευρώ το 2023.
Πρόκειται για μια ιδιαίτερα ανησυχητική εξέλιξη, που αντανακλά κατά ένα μέρος τη δυσκολία νοικοκυριών και επιχειρήσεων να αποπληρώσουν τον λογαριασμό ρεύματος και κατά ένα δεύτερο την «ασυλία» που εξακολουθεί να παρέχει το θεσμικό πλαίσιο σε «στρατηγικούς» κακοπληρωτές.
Ο «ενεργειακός τουρισμός»
Είναι αξιοσημείωτο ότι ένα ποσό της τάξης του 1,6 δισ. ευρώ εκ των συνολικών ανεξόφλητων οφειλών προέρχεται από πελάτες που έχουν αλλάξει πάροχο. Στο μεγαλύτερο ποσοστό τους, σύμφωνα με εκπροσώπους της αγοράς, πρόκειται για «στρατηγικούς» κακοπληρωτές που καταχρώνται τη δυνατότητα μετακίνησης από μήνα σε μήνα που τους δίνει ο νόμος. Το ζήτημα αυτό απασχολεί την αγορά από το 2020 χωρίς μέχρι σήμερα να έχει δοθεί λύση. Εκκρεμούν ακόμη και τα περιορισμένης αποτελεσματικότητας μέτρα που είχε ανακοινώσει εδώ και ένα χρόνο η πρώην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ενέργειας, αναγνωρίζοντας ότι το «μάρμαρο» πληρώνουν τελικά οι συνεπείς καταναλωτές.
Η ίδια η ΡΑΑΕΥ αποτιμά το μέσο κόστος επιβάρυνσης των προμηθευτών και εντέλει των καταναλωτών –όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στην έκθεσή της για το 2024– στα 6 λεπτά/ κιλοβατώρα (δηλαδή σε ένα τιμολόγιο όπου το κόστος είναι 15 λεπτά/κιλοβατώρα, τα 6 λεπτά πάνε για να καλύψουν την τρύπα που δημιουργούν οι κακοπληρωτές). Η πλευρά των προμηθευτών αμφισβητεί τη μεθοδολογία υπολογισμού αυτής της επιβάρυνσης από τη ΡΑΑΕΥ, παραδέχεται ωστόσο ότι μέρος της ζημίας μεταφέρεται στους καταναλωτές.
«Τα επίπεδα στα οποία διαμορφώνονται οι ληξιπρόθεσμες οφειλές ασκούν και τις αντίστοιχες αυξητικές πιέσεις στα τελικά τιμολόγια των προμηθευτών. Βάσει της ανωτέρω συνθήκης και παρά τις συνεχείς προσπάθειες των προμηθευτών να απορροφούν οι ίδιοι μεγάλο μέρος της οικονομικής ζημίας, είναι προφανές ότι οι συνεπείς καταναλωτές επιβαρύνονται με ένα μέρος της οικονομικής ζημίας που συνεπάγεται η συμπεριφορά των “στρατηγικών” κακοπληρωτών. Είναι επίσης προφανές ότι η επίλυση του σημαντικότατου ζητήματος του λεγόμενου “ενεργειακού τουρισμού”, το οποίο εκκρεμεί από τα τέλη του 2020, θα μπορούσε να οδηγήσει στην εκτόνωση του φαινομένου με τις αντίστοιχες ευεργετικές συνέπειες στα τιμολόγια ρεύματος», δηλώνει στην «Κ» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Προμηθευτών (ΕΣΠΕΝ) Αναστάσιος Λωσταράκος.
Με βάση την έκθεση της ΡΑΑΕΥ, ο αριθμός παροχών με ανεξόφλητες οφειλές ανέρχεται σε πάνω από 2,7 εκατ. σε σύνολο περίπου 7,2 εκατ., δηλαδή περίπου 4 στις 10 παροχές έχουν χρέη προς τους προμηθευτές. Η μερίδα του λέοντος των ανεξόφλητων οφειλών το 2024 προέρχεται από τη χαμηλή τάση, 2,4 δισ. ευρώ. Από αυτά, ποσό λίγο πάνω από 1 δισ. ευρώ αντιστοιχεί σε οφειλές των νοικοκυριών (300 εκατ. υφιστάμενων πελατών και 700 εκατ. ευρώ παλαιών) και περί τα 900 εκατ. ευρώ σε οφειλές εμπορικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων. Στα 600 εκατ. ευρώ, περίπου, ανέρχονται οι οφειλές πελατών στη μέση τάση (μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις) ενώ στα 350 εκατ., περίπου, ανέρχονται οι οφειλές πελατών στην υψηλή τάση (147 παροχές μεγάλων επιχειρήσεων).
Στροφή στα μπλε τιμολόγια
Σε ό,τι αφορά τα τιμολόγια, η έκθεση της ΡΑΑΕΥ καταγράφει μια σαφή τάση μετακίνησης των καταναλωτών από τα πράσινα τιμολόγια στα σταθερά μπλε. Στην αρχή του 2024, ποσοστό 2,8% των οικιακών καταναλωτών είχε συμβληθεί με σταθερό τιμολόγιο και ποσοστό 8,4% σε κυμαινόμενο. Στο τέλος του έτους, το μερίδιο των καταναλωτών που είχαν επιλέξει σταθερό τιμολόγιο έφτασε στο 13,5% και κυμαινόμενο στο 14,1%. Το 72,41% των καταναλωτών στις 31 Δεκεμβρίου 2024 παρέμεινε στο ειδικό πράσινο τιμολόγιο.
Η μετακίνηση των καταναλωτών από τα πράσινα τιμολόγια στα σταθερά παρατηρήθηκε κυρίως την περίοδο Ιουνίου – Ιουλίου, όταν οι τιμές στα πράσινα αυξήθηκαν πολύ και παράλληλα οι προμηθευτές παρείχαν πληθώρα επιλογών σε σταθερά τιμολόγια με χαμηλές τιμές διάρκειας 6 και 12 μηνών. Αντίστοιχο φαινόμενο παρατηρήθηκε και τον Δεκέμβριο, όταν εκτός από τα ειδικά και τα κυμαινόμενα τιμολόγια άρχισαν επίσης να υποχωρούν σε αριθμό. Ο φθηνότερος μήνας το 2024 ήταν ο Μάιος με τιμές (μέσο όρο) 12,9 λεπτά/κιλοβατώρα και ο ακριβότερος ο Αύγουστος, με τιμές στα 19,5 λεπτά/κιλοβατώρα.
Οσον αφορά τα μερίδια αγοράς, η ΔΕΗ παρέμεινε τα 2024 ο δεσπόζων προμηθευτής, παρά τη μικρή μείωση του μεριδίου της σε σύγκριση με το 2023, εκπροσωπώντας το 70,3% του συνολικού αριθμού παροχών στη χαμηλή και μέση τάση (έναντι 71,61% το 2023) και το 55,63% της συνολικής κατανάλωσης (έναντι 54,93% το 2023). Τη δεύτερη θέση βάση παροχών κατέχει η Protergia με μερίδιο 7,30% και ακολουθούν η Ζeniθ (4,76%), ο Ηρων (4,32%), η Elpedison (3,86%), η NRG (2,66%) η Φυσικό Αέριο (2,28%) και η Volton (1,24%).
Στη λιανική αγορά δραστηριοποιούνται πέντε ακόμη εταιρείες με μερίδιο κάτω του 1% και συνολικά 17 εταιρείες. Παραμένει ωστόσο μια αγορά υψηλής συγκέντρωσης, με τον σχετικό δείκτη να υπολογίζεται σε 3.452 ως προς τον όγκο κατανάλωσης, ο οποίος υπερβαίνει κατά πολύ το όριο υψηλής συγκέντρωσης των 2.000.