DBRS:«Ουδέτερη» για τις ευρωπαϊκές τράπεζες το 2026 - Tι βλέπει για τις ελληνικές

DBRS:«Ουδέτερη» για τις ευρωπαϊκές τράπεζες το 2026 - Tι βλέπει για τις ελληνικές

Πώς η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να επηρεάσει τις τράπεζες

Ουδέτερες προοπτικές για το 2026, δίνει η DBRS σε νέο της report για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, με το περιβάλλον να παραμένει μεν ευνοϊκό, αλλά με κινδύνους να καραδοκούν. Όσον αφορά τις ελληνικές τράπεζες, ο καναδικός οίκος, σημειώνει ότι εξακολουθούν να διατηρούν υψηλά επίπεδα κερδοφορίας, με χαμηλά κόστη πιστωτικού κινδύνου και πειθαρχημένη διαχείριση εξόδων. Από την άλλη βέβαια, η δραστηριότητα συγχωνεύσεων και εξαγορών στη χώρα μας παραμένει περιορισμένη αλλά θετική, με έμφαση στη βελτίωση κεφαλαιακών δεικτών και την περαιτέρω διαφοροποίηση προϊόντων και υπηρεσιών.

Σημαντικό στοιχείο για την διατήρηση της ισχυρής θέσης των ελληνικών τραπεζών, κρίνεται και το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία, «τρέχει» με ρυθμό ανάπτυξης, που αναμένεται να ξεπεράσει το 2%.

Πιο αναλυτικά, τα οικονομικά αποτελέσματα των ευρωπαϊκών τραπεζών για το 2025 δείχνουν αρχική υποχώρηση σε σχέση με τα ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα του 2024, καθώς το net interest income (NII) μειώθηκε λόγω της πτώσης των net interest margins (NIM) – εξέλιξη που αντισταθμίστηκε μόνο εν μέρει από την αύξηση του όγκου χορηγήσεων.

Ωστόσο, η κερδοφορία παραμένει ισχυρή, χάρη σε σημαντικά έσοδα από προμήθειες και συναλλαγές κεφαλαιαγοράς, σε συνδυασμό με πειθαρχημένο έλεγχο κόστους και χαμηλές προβλέψεις για κινδύνους.

Με την ΕΚΤ να διατηρεί σταθερά τα επιτόκια, εκτιμάται ότι οι NIMs θα σταθεροποιηθούν το 2026, γεγονός που σε συνδυασμό με την αύξηση των δανείων αναμένεται να οδηγήσει σε ήπια άνοδο του NII. Παράλληλα, προβλέπεται ενίσχυση των μη τοκοφόρων εσόδων, αλλά με πιο συγκρατημένους ρυθμούς σε σχέση με το 2025, όταν η υψηλή μεταβλητότητα, τα ισχυρά κέρδη των αγορών και το δυναμικό ξεκίνημα στη ζήτηση δανείων ενίσχυσαν σημαντικά τα αποτελέσματα. Κατά την άποψη της DBRS, η μεγαλύτερη απειλή για τα έσοδα μπορεί να προκύψει από σημαντική διόρθωση στις αποτιμήσεις των περιουσιακών στοιχείων.

Πολλές τράπεζες στην Ευρώπη επωφελήθηκαν από χαμηλές προβλέψεις ζημιών δανείων, καθώς η ποιότητα του ενεργητικού παρέμεινε ισχυρή — ωστόσο, αυτή η θετική επίδραση αναμένεται σταδιακά να εκλείψει. Τα δεδομένα ανθεκτικότητας παραμένουν θετικά, αλλά οι προοπτικές διαφέρουν ανά χώρα. Οι αμερικανικοί δασμοί και η γεωπολιτική αβεβαιότητα θα μπορούσαν να ασκήσουν ήπια πίεση στην ποιότητα του ενεργητικού μεσοπρόθεσμα.

Συνολικά, η θεμελιώδης εικόνα του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα παραμένει ουδέτερη, ενώ οι ενέργειες αναβάθμισης πιστοληπτικής αξιολόγησης εξακολουθούν να έχουν θετικό πρόσημο, υπογραμμίζει η DBRS.

Το 2025 καταγράφεται ως ακόμη μια χρονιά όπου κυριάρχησαν οι θετικές κινήσεις πιστοληπτικής αξιολόγησης. Οι αναβαθμίσεις προήλθαν κυρίως από τη βελτίωση του πιστωτικού προφίλ μεμονωμένων τραπεζών, αλλά και από αναβαθμίσεις στην αξιολόγηση κρατών, οι οποίες σήκωσαν το «ταβάνι» για τις τράπεζες με έδρα σε αυτές τις χώρες. Επιπλέον, ορισμένες αναβαθμίσεις οφείλονται σε συγχωνεύσεις και εξαγορές (M&A).

Τα αποτελέσματα ήταν ιδιαίτερα εμφανή στις χώρες της Νότιας Ευρώπης, όπου οι τράπεζες διατήρησαν υψηλή κερδοφορία, ενισχυμένη από χαμηλό κόστος κινδύνου και πειθαρχημένο έλεγχο δαπανών. Μέχρι στιγμής το 2025, 26% των ενεργειών πιστοληπτικής αξιολόγησης στις ευρωπαϊκές τράπεζες ήταν θετικές, μόλις 4% αρνητικές, ενώ 12% των αξιολογήσεων εξακολουθούν να έχουν θετικό outlook. Παρά το γεγονός ότι το ποσοστό αυτό υποχωρεί από το 26% του 2024, η τάση παραμένει θετική και δεν υφίστανται αρνητικά outlook.

Ευνοϊκό περιβάλλον λειτουργίας για τις ευρωπαϊκές τράπεζες

Με τον πληθωρισμό να υποχωρεί, τα επιτόκια στην Ευρώπη συνέχισαν να μειώνονται το 2025. Με τον πληθωρισμό της ΕΕ να κινείται κοντά στον στόχο του 2% και την οικονομία να εμφανίζει ήπια ανάπτυξη, αναμένεται ότι η ΕΚΤ θα διατηρήσει σταθερούς τους επιτοκιακούς της ρυθμούς και το 2026.

Σε σύγκριση με προηγούμενες εκτιμήσεις, οι προοπτικές ανάπτυξης των ευρωπαϊκών οικονομιών επιβαρύνθηκαν λόγω όξυνσης των εμπορικών τριβών. Οι μεγάλες χώρες της ΕΕ (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία) συνεχίζουν να παλεύουν με ασθενική ανάπτυξη. Στη Γαλλία και την Ιταλία η κατανάλωση παραμένει υποτονική, ενώ στη Γερμανία οι επενδύσεις και οι καθαρές εξαγωγές είναι αδύναμες, επηρεαζόμενες από τη δυσκολία της εγχώριας αυτοκινητοβιομηχανίας και τον αυξανόμενο ανταγωνισμό από ασιατικές εταιρείες.

Αντίθετα, η Ιβηρική Χερσόνησος, μαζί με τη Δανία, την Πολωνία και την Ελλάδα, παραμένει θετική εξαίρεση, με ρυθμούς ανάπτυξης που αναμένεται να ξεπεράσουν το 2%. Οι εμπορικές τριβές έχουν δημιουργήσει ένα πεδίο αβεβαιότητας που επηρεάζει το εμπόριο, τις επενδύσεις και τη ζήτηση των καταναλωτών. Προχωρώντας προς το 2026, οι συνέπειες από τους νεοεισαχθέντες δασμούς θα γίνουν σαφέστερες και ενδέχεται να επιβαρύνουν το outlook. Επιπλέον, μια κλιμάκωση γεωπολιτικών εντάσεων μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τις τιμές εμπορευμάτων, τις αλυσίδες εφοδιασμού ή την επιχειρηματική εμπιστοσύνη.

Η τεχνητή νοημοσύνη επιταχύνει τη διείσδυσή της στο τραπεζικό σύστημα

Η AI μπορεί να επηρεάσει τις τράπεζες σε πολλαπλά επίπεδα, προσθέτει η DBRS. Πολλοί οργανισμοί έχουν ήδη αρχίσει να εφαρμόζουν εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης σε διάφορες λειτουργίες, βελτιώνοντας την αποτελεσματικότητα σε χειροκίνητες και χρονοβόρες διαδικασίες.

Η AI μπορεί επίσης να ενισχύσει τις λειτουργίες πωλήσεων και marketing, παρέχοντας στοχευμένη πληροφόρηση για προϊόντα και υπηρεσίες. Άλλοι τομείς όπου η AI ενδέχεται να συμβάλει είναι η κανονιστική συμμόρφωση, η ανάλυση κινδύνου και η διαχείριση δεδομένων.

Παρ’ όλα αυτά, λόγω της ευαίσθητης και ιδιαίτερα ρυθμιζόμενης φύσης των τραπεζών, η υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης αναμένεται να γίνει με πιο προσεκτικό ρυθμό, παρότι η τεχνολογία το επιτρέπει. Σύντομα, η πρόοδος θα γίνεται πιο ορατή, ενώ η AI μπορεί να περιορίσει τα κόστη, να καλύψει ελλείψεις προσωπικού και να βελτιώσει την ποιότητα εξυπηρέτησης των πελατών. Οι κίνδυνοι αφορούν αστοχίες επενδύσεων, τεχνολογικά λάθη, αλλά και τη χρήση της AI για διάπραξη χρηματοπιστωτικής απάτης.

Ίση με το 2025 ή ελαφρώς καλύτερη η τραπεζική κερδοφορία το 2026

Όπως αναμενόταν, οι δείκτες κερδοφορίας των ευρωπαϊκών τραπεζών υποχώρησαν το 2025, κυρίως λόγω της συρρίκνωσης του NIM, η οποία όμως αντισταθμίστηκε εν μέρει από την αύξηση των δανείων και των μη τοκοφόρων εσόδων.

Τα λειτουργικά έξοδα παρέμειναν συγκρατημένα και το κόστος κινδύνου (CoR) σταθερό. Για το 2026 αναμένεται κερδοφορία ίση ή και ελαφρώς βελτιωμένη σε σχέση με το 2025, με βελτιωμένο NII, πιο ήπια ανάπτυξη μη τοκοφόρων εσόδων, ελαφρώς αυξημένα λειτουργικά έξοδα και Οριακά υψηλότερο CoR.

Εξαίρεση πιθανόν να αποτελέσει η Ιταλία, όπου ο τραπεζικός φόρος θα περιορίσει τα κέρδη το 2026.

Τα μη τοκοφόρα έσοδα αποτέλεσαν ισχυρό πυλώνα κερδών για τις ευρωπαϊκές τράπεζες το 2025. Για το 2026, η DBRS αναμένει μέρος αυτής της δυναμικής να συνεχιστεί, αλλά με αυξημένους καθοδικούς κινδύνους.

Το 2025, τα έσοδα από trading ενισχύθηκαν σημαντικά από τη μεταβλητότητα της αγοράς, ενώ οι εκδόσεις χρέους αυξήθηκαν χάρη στα χαμηλότερα επιτόκια και την άνθηση της αγοράς private credit.

Τα έσοδα από διαχείριση περιουσίας συνέχισαν να αυξάνονται εν μέσω ιστορικά υψηλών αποτιμήσεων και εισροών κεφαλαίων. Παράλληλα, η βελτίωση της οικονομικής δραστηριότητας ενίσχυσε τα έσοδα από προμήθειες χορηγήσεων και πιστωτικών καρτών, ενώ οι τράπεζες κατέγραψαν αυξημένα έσοδα από αποτιμήσεις συμμετοχών σε στρατηγικές εταιρείες.

Για το 2026, αναμένεται η μεταβλητότητα να παραμείνει, αλλά σε πιο ήπια επίπεδα σε σχέση με το 2025. Υπάρχει επίσης πιθανότητα διόρθωσης στις αποτιμήσεις από τα τρέχοντα ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα.

Ωστόσο, τα χαμηλότερα επιτόκια και οι υψηλές αποτιμήσεις μετοχών θα μπορούσαν να στηρίξουν τη δραστηριότητα στις εκδόσεις χρέους και μετοχών, καθώς και στο advisory των επενδυτικών τραπεζών. Εφόσον συνεχιστεί η ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας, ο οίκος αναμένει περαιτέρω αύξηση σε προμήθειες χορηγήσεων, επεξεργασίας συναλλαγών και καρτών.

Τα λειτουργικά έξοδα παρέμειναν υπό έλεγχο το 2025, και αναμένεται αυτό να συνεχιστεί και το 2026. Ο πληθωρισμός μισθών έχει υποχωρήσει, αλλά εξακολουθεί να αποτελεί τον βασικό παράγοντα αυξημένου κόστους. Ωστόσο, αυτό αντισταθμίστηκε από βελτίωση της αποδοτικότητας, κυρίως μέσω της ψηφιοποίησης διαδικασιών. Πιστεύουμε ότι υπάρχει ακόμη περιθώριο προόδου σε αυτό το μέτωπο, ιδιαίτερα με την εισαγωγή της τεχνητής νοημοσύνης (AI), η οποία μπορεί να βοηθήσει στη συγκράτηση του κόστους το 2026 και μετά.

Εμπόδια στις συγχωνεύσεις

Τον τελευταίο χρόνο, η δραστηριότητα M&A έχει επιταχυνθεί, ιδίως σε χώρες όπως Ιταλία, Ελλάδα, Ισπανία, Γερμανία, Πορτογαλία και Πολωνία. Με ισχυρούς ισολογισμούς και βελτιωμένη κερδοφορία και προφίλ κινδύνου, οι ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκονται σε καλύτερη θέση για να προχωρήσουν σε εξαγορές. Ο βασικός στόχος των συναλλαγών αυτών είναι η αύξηση κλίμακας ή/και η γεωγραφική και προϊοντική διαφοροποίηση, ιδιαίτερα σε δραστηριότητες που παράγουν έσοδα από προμήθειες, όπως η διαχείριση περιουσίας και η ασφάλιση.

Μεταξύ των ενδεικτικών συναλλαγών περιλαμβάνονται:

• Η εξαγορά της Banca Popolare di Sondrio από τη BPER Banca

• Η εξαγορά της Mediobanca από την Banca Monte dei Paschi di Siena

• Η απόκτηση της Anima Holding από την Banco BPM στην Ιταλία

• Η εξαγορά της πορτογαλικής Novo Banco από τον γαλλικό όμιλο Groupe BPCE, που δείχνει τη δυναμική των διασυνοριακών deals

• Η επέκταση της Eurobank στην Κύπρο

Για το 2026, αναμένεται νέα κινητικότητα στις συγχωνεύσεις, ενώ το διοικητικό συμβούλιο της Permanent TSB Group στην Ιρλανδία ανακοίνωσε τον Οκτώβριο επίσημη διαδικασία πώλησης, γεγονός που πιθανόν θα οδηγήσει σε ξένη ιδιοκτησία, δεδομένης της υψηλής συγκέντρωσης της εγχώριας αγοράς.

Ωστόσο, οι μεγάλης κλίμακας διασυνοριακές συμφωνίες θα παραμείνουν η εξαίρεση, λόγω ελλιπούς προόδου στην Τραπεζική Ένωση της Ευρώπης και ενός ακόμη κατακερματισμένου κανονιστικού πλαισίου.

Ταυτόχρονα, πολιτικοί παράγοντες αρχίζουν να εμποδίζουν ορισμένες συναλλαγές, όπως φάνηκε:

• στο αποτυχημένο deal της BBVA για τη Banco Sabadell

• στην αποτυχημένη προσφορά της UniCredit για τη Banco BPM

• στην κατηγορηματική αντίθεση της γερμανικής κυβέρνησης σε ενδεχόμενη εξαγορά της Commerzbank από την UniCredit.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ