ΟΠΕΚΕΠΕ: Ενοχή για τους 7 κατηγορουμένους πρότεινε η εισαγγελέας

Παράλληλα ζήτησε τη διαβίβαση εγγράφων στον Ευρωπαίο εισαγγελέα
Tην ενοχή και των επτά κατηγορουμένων που αντιμετωπίζουν, μεταξύ άλλων, την κατηγορία της πλημμεληματικής απάτης εις βάρος της Ε.Ε. σχετικά με τη λήψη αγροτικών επιδοτήσεων από τον ΟΠΕΚΕΠΕ ζήτησε η εισαγγελέας Καλλιόπη Νταγιάντα.
Μεταξύ των κατηγορουμένων βρίσκεται πρόσωπο στο οποίο γίνεται αναφορά και στη δικογραφία που έχει φτάσει στη Βουλή ως ο άνθρωπος που ανέλαβε το έργο της ταυτοποίησης και της χαρτογράφησης όλων των περιοχών της Ελλάδας όπου παραδοσιακά τοποθετούνται βοσκότοποι.
«Οι κατηγορούμενοι έχουν τελέσει τις πράξεις που τους αποδίδονται», είπε η εισαγγελέας ζητώντας να απορριφθούν και οι ισχυρισμοί τους για νομική πλάνη, καλή πίστη και εξάλειψη του αξιόποινου της πράξης τους λόγω επιστροφής των χρημάτων στον ΟΠΕΚΕΠΕ.
Για την εξάλειψη του αξιόποινου ειδικά, η εισαγγελέας ξεκαθάρισε πως «δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του. Ο ΟΠΕΚΕΠΕ δεν εμπίπτει στην έννοια του ζημιωθέντος, γιατί τα χρηματικά ποσά που καταβάλλει δεν του ανήκουν, αφού η χρηματοδότηση εξασφαλίζεται από τα ευρωπαϊκά γεωργικά ταμεία. Η πράξη που αποδίδεται στους κατηγορουμένους δεν στρέφονταν κατά της περιουσίας του ΟΠΕΚΕΠΕ αλλά των συμφερόντων της Ε.Ε.».
Αναφερόμενη σε ισχυρισμούς τους σχετικά με πλάνη τους και την πεποίθησή τους ότι απαιτούνταν μόνο η κατοχή της έκτασης, είπε: «Το μορφωτικό τους επίπεδο δεν καταλείπει καμία αμφιβολία γι’ αυτό. Ο μέσος νους αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να γίνει λήψη ενίσχυσης με μόνη την κατοχή έκτασης χωρίς τη διενέργεια γεωργικών εργασιών. Οι κατηγορούμενοι είχαν υψηλό μορφωτικό επίπεδο. Αδικούνται οι πραγματικοί γεωργοί, επειδή μη δικαιούχοι παίρνουν τμήμα από το δικό τους μερίδιο, άκοπα, με την προσκόμιση και μόνο ιδιωτικών μισθωτηρίων».
Παράλληλα ζήτησε τη διαβίβαση εγγράφων στον Ευρωπαίο εισαγγελέα, προκειμένου να διερευνηθεί το ενδεχόμενο τέλεσης των αξιόποινων πράξεων της κακουργηματικής απάτης κατά της Ε.Ε. για τους υπαλλήλους του ΟΠΕΚΕΠΕ που διενήργησαν έλεγχο και είπαν ότι όλα είναι εντάξει με τα χαρτιά των κατηγορουμένων.
«Ενόψει της διάχυτης αντίληψης που αναπτύχθηκε ότι όποιος έχει βοσκότοπο χωρίς γεωργική δραστηριότητα παίρνει ενίσχυση, των ελλιπών δικαιολογητικών που απαιτούσε ο ΟΠΕΚΕΠΕ, κρίνω ότι πρέπει να διερευνηθεί και το ενδεχόμενο απιστίας για τα αρμόδια στελέχη ΟΠΕΚΕΠΕ, γιατί δεν έλαβαν αποτελεσματικά μέτρα για τη διασφάλιση του πού πηγαίνουν τα κονδύλια, αλλά και το ενδεχόμενο τέλεσης απάτης για όλους τους Ελληνες πολίτες που πήραν με αυτόν τον τρόπο επιδότηση», είπε και συμπλήρωσε να ερευνηθεί και το αδίκημα της πλαστογραφίας για τη διαθήκη που προσκομίστηκε από συγκεκριμένους κατηγορουμένους και τους εμφάνιζαν ως κληρονόμους χιλιάδων στρεμμάτων.
«Οι τρεις κατηγορούμενοι που ισχυρίζονται ότι είναι κύριοι της έκτασης μέσω διαθήκης και πως είχαν νόμιμο δικαίωμα να τα εκμισθώσουν… Αποδείχθηκε ότι πρόκειται για δημόσιες δασικές εκτάσεις, ενώ οι ενστάσεις τους απορρίφθηκαν. Ο δασάρχης Καστοριάς κατέθεσε επίσης ότι επρόκειτο για εδάφη που ασκείτο βοσκή από ντόπιους βοσκούς και ουδέποτε αντιλήφθηκε από το 1999 που υπηρετεί ότι οι εκτάσεις ανήκαν στην οικογένεια Κ. Ισχυρίστηκαν αόριστα πράξεις νομής και διαψεύστηκαν από δύο μάρτυρες. Ανάφεραν αόριστες πράξεις, ενώ ο αποθανών Γ.Κ. δεν είχε αναφέρει ποτέ στο Ε9 αυτές τις εκτάσεις και δεν είχε προβεί σε καμία ενέργεια για τις εκτάσεις αυτές. Στη δημόσια διαθήκη του, δε, είχε ξεχάσει να τα συμπεριλάβει, όπως αναφερόταν στην ιδιόγραφη. Η μη αναγραφή των αγροτεμαχίων στο Ε9 του πατέρα τους ήταν γνωστή στους κατηγορουμένους. Οι εκτάσεις που έχει ξεχάσει να αναφέρει ο αποθανών στη δημόσια διαθήκη του ήταν ιδιαίτερα μεγάλες. Από τη γραφολογική πραγματογνωμοσύνη δεν κατέστη δυνατό να διαπιστωθεί αν η γραφή της διαθήκης είναι αυθεντική, γιατί δεν εστάλη δείγμα γραφής του Γ.Κ. Οι 3 τελευταίοι κατηγορούμενοι γνώριζαν ότι δεν είναι κύριοι των εκτάσεων και άρα δεν μπορούσαν να τα μισθώσουν, όπως επίσης γνώριζαν ότι οι 3 πρώτοι κατηγορούμενοι είχαν σκοπό να λάβουν επιδότηση από τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Τα δε μισθώματα καταβλήθηκαν πολύ καιρό αργότερα και μετά τη διενέργεια των πρώτων ελέγχων. Το μίσθωμα ήταν ευτελές και αντίθετο στα συναλλακτικά ήθη, αφού ορίστηκε στα 10 ευρώ ανά έτος», είπε μεταξύ άλλων.