Moody’s: «Πιστωτικά θετικό» το πακέτο μέτρων της ΔΕΘ - Το δημογραφικό "βαρίδι" για την ανάπτυξη

Μένει να φανεί η αποτελεσματικότητά τους
Θετικά για την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας χαρακτηρίζει η Moody’s τα μέτρα που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ και ειδικά την αξιοποίηση του δημοσιονομικού χώρου για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος. Ωστόσο, ο οίκος αξιολόγησης τονίζει ότι η αποτελεσματικότητά τους μένει να φανεί.
Εστιάζοντας το πακέτο του 1,6 δισ. ευρώ στις οικογένειες και τους νέους εργαζόμενους, η κυβέρνηση στοχεύει στην αντιμετώπιση της συρρίκνωσης και της γήρανσης του πληθυσμού της χώρας, που χαρακτηρίζεται από τη Moody’s σαν μια από τις κύριες μακροπρόθεσμες προκλήσεις για την ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Ο οίκος χαρακτηρίζει το πακέτο πιστωτικά θετικό (credit positive), όμως προσθέτει ότι μένει να φανεί εάν αυτή η φορολογική ελάφρυνση θα είναι αποτελεσματική στην αντιμετώπιση των δημογραφικών πιέσεων, επηρεάζοντας σημαντικά το χαμηλό ποσοστό γεννήσεων και τις αποφάσεις των Ελλήνων για μετανάστευση.
Παρότι τα μέτρα αυτά αυξάνουν το διαθέσιμο εισόδημα, διαρθρωτικοί παράγοντες όπως οι ευκαιρίες στην αγορά εργασίας και το κόστος στέγασης πιθανότατα θα συνεχίσουν να επηρεάζουν αρνητικά τις αποφάσεις δημιουργίας οικογένειας αλλά και να αποθαρρύνουν την επιστροφή Ελλήνων μεταναστών, σημειώνουν οι αναλυτές.
Σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση του πακέτου της ΔΕΘ, η Moody’s σημειώνει ότι αυτή καθίσταται δυνατή λόγω των υπεραποδόσεων των φορολογικών εσόδων, ως αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων και της καλύτερης φορολογικής συμμόρφωσης.
Οι προσπάθειες πάταξης της φοροδιαφυγής και οι κινήσεις ψηφιοποίησης απέφεραν περίπου 2 δισ. ευρώ (0,8% του ΑΕΠ) σε πρόσθετα φορολογικά έσοδα το 2024. Αυτά τα έσοδα, σε συνδυασμό με την ευρύτερη βελτίωση που έχει επιτευχθεί στη φορολογική διοίκηση από το 2019, οδήγησαν σε πρωτογενή πλεονάσματα υψηλότερα των προσδοκιών το 2023-2024. Σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό της σχέδιο, η κυβέρνηση σκοπεύει να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα στο 2%-2,5% του ΑΕΠ έως το 2028, με τη Moody’s να σημειώνει ότι αυτό είναι επαρκές για να συνεχιστεί η σταδιακή μείωση του χρέους (154% στο τέλος του 2024), παρά το δημοσιονομικό κόστος των νέων μέτρων.
«Αγκάθι» το δημογραφικό
Όπως τονίζουν οι αναλυτές, το δημογραφικό πρόβλημα αποτελεί σημαντικό βαρίδι για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της Ελλάδας. Ο πληθυσμός μειώνεται από τις αρχές της δεκαετίας του 2010, αντανακλώντας ένα επίμονα χαμηλό ποσοστό γονιμότητας, στις 1,3 γεννήσεις ανά γυναίκα το 2023, και τη σημαντική μετανάστευση πολιτών σε ηλικία εργασίας κατά τη διάρκεια και μετά την κρίση χρέους. Η αύξηση του προσδόκιμου ζωής επιδεινώνει τον ρυθμό γήρανσης.
Αυτές οι τάσεις περιορίζουν την προσφορά εργασίας, επιβαρύνουν τη δυνητική ανάπτυξη και θα αυξάνουν το δημοσιονομικό κόστος. Σε αυτό το πλαίσιο, το πακέτο της ΔΕΘ αποσκοπεί στην ενθάρρυνση της αύξησης των γεννήσεων, στη διατήρηση και προσέλκυση νεότερων εργαζομένων και στη στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών σε αραιοκατοικημένες περιοχές.
Η Moody’s υπολογίζει ότι η επίδραση των μέτρων στην οικονομία θα είναι περιορισμένη σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, επειδή οι αλλαγές θα ισχύσουν από το 2026. Από εκείνο το έτος, τα διαθέσιμα εισοδήματα για τις νεότερες ομάδες και τις οικογένειες θα αυξηθούν, παρέχοντας κάποια μέτρια στήριξη στην ιδιωτική κατανάλωση και την προσφορά εργασίας.
Ο οίκος προσθέτει ότι τα μέτρα αυτά έρχονται να προστεθούν σε εκείνα που είχαν ανακοινωθεί τον Μάρτιο του 2025 (επιδότηση ενοικίου, στήριξη των χαμηλοσυνταξιούχων και υψηλότερες δημόσιες επενδύσεις), με το timing αυτών των πακέτων, εν όψει των εκλογών του Ιουλίου του 2027, να έχει και μια πολιτική διάσταση: Τα διατηρήσιμα πρωτογενή πλεονάσματα παρέχουν περιθώρια για μέτρα ανακούφισης και οι πιέσεις να μετατρέπονται οι δημοσιονομικές υπεραποδόσεις σε μειώσεις φόρων και άλλα μέτρα στήριξης αναμένεται να αυξηθούν.
«Η διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας σε αυτό το πλαίσιο θα είναι κρίσιμη για την υποστήριξη της πιστωτικής ισχύος», καταλήγει ο οίκος.
Σημειώνεται ότι η Moody’s θα πραγματοποιήσει την Παρασκευή προγραμματισμένο review της ελληνικής αξιολόγησης, την οποία είχε αναβαθμίσει τον Μάρτιο από Ba1 (με θετικές προοπτικές) σε Baa3 (με σταθερές προοπτικές). Με δεδομένη την πρόσφατη αναβάθμιση, τόσο η JP Morgan όσο και η Societe Generale δεν περιμένουν κάποια αλλαγή στην αξιολόγηση.