Δυναμική πορεία της ελληνικής οικονομίας εν μέσω διεθνών πιέσεων - Η εικόνα το α΄εξάμηνο

Aνάλυση της Alpha Bank
Η ελληνική οικονομία συνέχισε την ανοδική πορεία της, με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία να δείχνουν τη συνέχιση της ισχυρής δυναμικής των τελευταίων ετών, εν μέσω διεθνών πιέσεων. Ειδικότερα, το πρώτο εξάμηνο του έτους, το εξωτερικό περιβάλλον της ελληνικής οικονομίας επιβαρύνθηκε από την άνοδο του εμπορικού προστατευτισμού και τον πόλεμο των δώδεκα ημερών μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, δύο χωρών που αποτελούν σημαντικούς παίκτες στο ενεργειακό πεδίο. Τα γεγονότα αυτά ενέτειναν τις ανησυχίες για τις προοπτικές της ευρωπαϊκής οικονομίας, η οποία στηρίζεται σημαντικά στο ελεύθερο διεθνές εμπόριο και τις εισαγωγές ενέργειας, όπως αναφέρεται στο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων του Economic Research της Alpha Bank.
Παράλληλα, το πρώτο εξάμηνο το δολάριο διολίσθησε περίπου κατά 14% έναντι του ευρώ, υπό το βάρος των ανησυχιών για την πορεία της αμερικανικής οικονομίας, ως απόρροια της υιοθέτησης πολιτικών εμπορικού προστατευτισμού.
Οι κύριες επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας στο πρώτο εξάμηνο του έτους
Πρώτον, ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης εξακολουθεί να είναι υψηλότερος από τους Ευρωπαϊκούς μέσους όρους. Συγκεκριμένα, το πρώτο τρίμηνο του 2025 το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,2% σε ετήσια βάση έναντι 1,5% του μέσου όρου της Ευρωζώνης και 1,6% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ-27). Η οικονομική δραστηριότητα στη χώρα μας αυξάνεται με ρυθμό υψηλότερο έναντι των ευρωπαϊκών μέσων όρων από το τρίτο τρίμηνο του 2021, έχοντας ως βασικό μοχλό ανάπτυξης την ιδιωτική κατανάλωση παρά τον επίμονο πληθωρισμό2. Η ιδιωτική καταναλωτική δαπάνη στηρίζεται, μεταξύ άλλων, στη συνεχιζόμενη άνοδο της απασχόλησης, με το ποσοστό της ανεργίας να έχει επανέλθει τον Μάιο (7,9%) στα επίπεδα του 2008. Το ποσοστό της ιδιωτικής κατανάλωσης στο ΑΕΠ υπερέβη το 70% στην Ελλάδα το πρώτο τρίμηνο, το οποίο ήταν το υψηλότερο ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ-27.

Είναι κρίσιμο ωστόσο στο μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, στο πλαίσιο υλοποίησης του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας να ενισχυθεί περαιτέρω και η συνεισφορά των επενδύσεων στο αναπτυξιακό μίγμα, γεγονός που αναμένεται να έχει πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στην οικονομική δραστηριότητα, όπως τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης αλλά και την άνοδο της συνολικής παραγωγικότητας
Με βάση την εξέλιξη επιλεγμένων δεικτών καταναλωτικής και επενδυτικής ζήτησης από τις αρχές του έτους η ελληνική οικονομία αναμένεται να διατηρήσει, σε γενικές γραμμές, τη δυναμική της και το δεύτερο τρίμηνο του 2025. Συγκεκριμένα, ο δείκτης όγκου λιανικών πωλήσεων ακολούθησε ανοδική τροχιά μέχρι και τον Απρίλιο με την ετήσια μεταβολή του εν λόγω μήνα να διαμορφώνεται σε 7,5%.
Παράλληλα ισχυροποιήθηκαν οι επιχειρηματικές προσδοκίες στο λιανικό εμπόριο, καθώς ο εν λόγω δείκτης ανήλθε σταδιακά τον Ιούνιο σε 105,9 από 93,8 τον Ιανουάριο. Οι άδειες Ι.Χ. επιβατικών αυτοκινήτων, αν και κατέγραψαν πτώση τους πρώτους δύο μήνες του έτους, επανήλθαν σε θετικές ετήσιες μεταβολές στη συνέχεια, με τη σωρευτική άνοδο το πρώτο εξάμηνο να διαμορφώνεται σε 1,9%. Η ιδιωτική κατανάλωση υποστηρίζεται από την καταναλωτική πίστη, καθώς ο δωδεκάμηνος ρυθμός μεταβολής κινήθηκε κατά μέσο όρο στο 5,6% τους πρώτους πέντε μήνες του έτους. Αντίθετα με την πορεία των ανωτέρω δεικτών, η καταναλωτική εμπιστοσύνη στην Ελλάδα παραμένει σε έντονα αρνητικό έδαφος και επιδεινώθηκε περαιτέρω τον Ιούνιο.

Σε ό,τι αφορά στους δείκτες επενδυτικής ζήτησης, ισχυρή αύξηση σημείωσε το πρώτο πεντάμηνο του 2025 η παραγωγή κεφαλαιουχικών αγαθών, γεγονός που συνάδει με την αξιοσημείωτη ενίσχυση της χρηματοδότησης από τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (ΜΧΕ) στην ίδια χρονική περίοδο. Επιπρόσθετα, ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στις κατασκευές, ο οποίος σε γενικές γραμμές παρουσιάζει έντονη μεταβλητότητα, σημείωσε τον Ιούνιο την υψηλότερη τιμή της τελευταίας εικοσιπενταετίας. Από την άλλη πλευρά, ο όγκος ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας κατέγραψε έντονη πτώση το πρώτο τρίμηνο του έτους, γεγονός που οφείλεται -σε κάποιο βαθμό- σε αποτελέσματα βάσης, καθώς η ετήσια άνοδος που καταγράφηκε τα αντίστοιχα τρίμηνα των δύο προηγούμενων ετών ήταν ισχυρή (2023: 25%, 2024: 27%).
Παράλληλα, τόσο ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος (Economic Sentiment Indicator-ESI) όσο και ο Δείκτης των Υπευθύνων για τις Προμήθειες στη Μεταποίηση (Purchasing Managers’ Index -PMI) -οι οποίοι συνιστούν πρόδρομους δείκτες της οικονομικής δραστηριότητας- υπερβαίνουν κατά πολύ τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς μέσους. Ο δείκτης ESI αν και υποχώρησε ήπια από την αρχή του έτους, διαμορφώθηκε τον Ιούνιο σε 106,1, έναντι 94 στην ΕΕ-27 και την Ευρωζώνη. Επιπρόσθετα, ο δείκτης PMI ανήλθε τον Ιούνιο σε 53,1 μονάδες και ήταν ο δεύτερος υψηλότερος μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης για τις οποίες καταρτίζεται ο εν λόγω δείκτης (Γράφημα 2α), ενώ παραμένει πάνω από τις 50 μονάδες, δηλαδή σε φάση επέκτασης, τα τελευταία 2,5 χρόνια περίπου.
Δεύτερον, οι δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας εξακολουθούν να είναι θετικές. Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικώνiv, το πρώτο πεντάμηνο του 2025 το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης (ΓΚ) διαμορφώθηκε σε 5,4 δισ., δυόμισι φορές μεγαλύτερο έναντι του αντίστοιχου περυσινού (Ευρώ 2,1 δισ.). Παράλληλα, το συνολικό ισοζύγιο της ΓΚ, συμπεριλαμβανομένων τόκων, διαμορφώθηκε σε πλεόνασμα ύψους 2,1 δισ. έναντι ελλείμματος 1,6 δισ. ευρώ το πρώτο πεντάμηνο του 2024. Η αύξηση των εσόδων είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη των δαπανών, με την αύξηση των εσόδων από φόρους να σχετίζεται με την άνοδο της απασχόλησης, του διαθέσιμου εισοδήματος αλλά και με τις μεταρρυθμίσεις που έχουν εφαρμοστεί για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.

Τρίτο, το αξιόχρεο της ελληνικής Δημοκρατίας κατατάσσεται πλέον εντός της επενδυτικής βαθμίδας από όλους τους κύριους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης. Ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s ήταν ο τελευταίος που επανέφερε την Ελλάδα εντός της επενδυτικής βαθμίδας τον Μάρτιο.
Οι αναβαθμίσεις που έχουν λάβει χώρα τα τελευταία χρόνια και οδήγησαν στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας αντανακλούν την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας, τη σημαντική βελτίωση των δημοσιονομικών μεγεθών και την ευστάθεια τόσο του πολιτικού όσο και του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Τα ανωτέρω έχουν συμβάλλει, μεταξύ άλλων, στη συνεχιζόμενη και σημαντική άνοδο που καταγράφει ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών (Χ.Α.). Συγκεκριμένα ο Γενικός Δείκτης κατέγραψε κέρδη άνω του 27% το πρώτο εξάμηνο, κινούμενος στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 15 ετών (Γράφημα 2β). Επιπλέον, παρά την άνοδο που κατέγραψε τον Μάρτιο, η απόδοση του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου υποχώρησε σταδιακά και διαμορφώθηκε κοντά στα επίπεδα που βρισκόταν στις αρχές του έτους, χαμηλότερα του αντίστοιχου ιταλικού και οριακά υψηλότερα έναντι του αντίστοιχου γαλλικού ομολόγου.