4 θέσεις κέρδισε η Ελλάδα στο Δείκτη Διεθνούς Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας 2022

  4 θέσεις κέρδισε η Ελλάδα στο Δείκτη Διεθνούς Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας 2022

Η Ελλάδα συγκεντρώνει συνολική βαθμολογία 59,2 στο Δείκτη για το 2022, έναντι 58,6 πέρυσι

 

Άνοδο τεσσάρων θέσεων κατέγραψε η χώρα μας στην 29η θέση μεταξύ 38 χωρών του ΟΟΣΑ, στον φετινό Δείκτη Διεθνούς Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας που δημοσιεύει σήμερα το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών στη χώρα μας, σε συνεργασία με το Tax Foundation. Πέρυσι, η Ελλάδα ήταν στην 33η θέση.

Ο Δείκτης Διεθνούς Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας μετρά σε ποιο βαθμό το φορολογικό σύστημα μιας χώρας προάγει τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και τις επενδύσεις, χρησιμοποιώντας πάνω από 40 μεταβλητές σε πέντε κατηγορίες: φόρος εισοδήματος εταιρειών, φόροι φυσικών προσώπων, φόροι κατανάλωσης, φόροι ιδιοκτησίας και κανόνες διεθνούς φορολόγησης.
Η Ελλάδα συγκεντρώνει συνολική βαθμολογία 59,2 στο Δείκτη για το 2022, έναντι 58,6 πέρυσι. Ως προς τις επιμέρους κατηγορίες του Δείκτη, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 19η θέση σε ό,τι αφορά τους εταιρικούς φόρους, στη 17η θέση ως προς τη φορολόγηση φυσικών προσώπων, στην 30η θέση ως προς τη φορολόγηση της κατανάλωσης, στην 30η θέση ως προς τους φόρους επί της ιδιοκτησίας, και στην 25η θέση ως προς τη φορολόγηση των κερδών στο εξωτερικό.

Σύμφωνα με το ΚΕΦίΜ, «στο φετινό Δείκτη, επισημαίνονται οι εξής αδυναμίες του φορολογικού συστήματος της Ελλάδας:

-Οι εταιρείες αντιμετωπίζουν αυστηρούς περιορισμούς ως προς τα ποσά των καθαρών ζημιών χρήσης με τα οποία μπορούν να αντισταθμίσουν μελλοντικά κέρδη. Επίσης, δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ζημιές για να μειώσουν προηγούμενο φορολογητέο εισόδημα.

-Η Ελλάδα έχει ένα σχετικά περιορισμένο δείκτη φορολογικών συμβάσεων (57 συμβάσεις έναντι 74 του μέσου όρου του ΟΟΣΑ).

-Η Ελλάδα έχει έναν από τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ στον ΟΟΣΑ (24%) με μία από τις πιο περιορισμένες φορολογικές βάσεις».

Στον αντίποδα και «μεταξύ των θετικών σημείων του ελληνικού φορολογικού συστήματος, οι συγγραφείς της έρευνας υπογραμμίζουν τα εξής:

-Ο καθαρός φορολογικός συντελεστής φυσικών προσώπων επί μερισμάτων, στο 5%, είναι σημαντικά κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (24,2%).

-Ο συντελεστής φορολόγησης εταιρικού εισοδήματος στο 22% είναι κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (23,6%).

-Οι κανονισμοί Ελεγχόμενων Αλλοδαπών Εταιρειών στην Ελλάδα είναι μετριοπαθείς και εφαρμόζονται μόνο στο παθητικό εισόδημα».

Πέραν των διαπιστώσεων για τη χώρα μας, για ένατη συνεχόμενη χρονιά, η Εσθονία αναδείχθηκε ως η χώρα με τον πλέον ανταγωνιστικό φορολογικό κώδικα, ενώ την τελευταία θέση (38η) κατέλαβε η Γαλλία. Η Ελλάδα κατατάχθηκε φέτος μεταξύ της Πολωνίας (28η) και του Μεξικού (30η θέση).

Σε δήλωσή του για το φετινό Δείκτη, ο πρόεδρος του ΚΕΦίΜ Αλέξανδρος Σκούρας επισημαίνει πως, «παρά τις διαδοχικές διεθνείς κρίσεις, η Ελλάδα σημείωσε φέτος μια σημαντική βελτίωση 4 θέσεων στην κατάταξή της στον Δείκτη Διεθνούς Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας - τη μεγαλύτερη βελτίωση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ μαζί με την Τουρκία. Η διακηρυγμένη πρόθεση της κυβέρνησης να μειώσει τη φορολογική επιβάρυνση πρέπει να συνεχιστεί, ιδίως στα πεδία εκείνα, όπως στην κατανάλωση και τους φόρους επί της ιδιοκτησίας, όπου σύμφωνα και με τα δεδομένα του Δείκτη, το περιθώριο παρεμβάσεων είναι μεγάλο. Αποδεδειγμένα, ένα πιο ανταγωνιστικό φορολογικό σύστημα παράγει περισσότερη ευημερία στις χώρες που το υιοθετούν».

Από την πλευρά του, ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος του Tax Foundation και βασικός συγγραφέας της μελέτης Daniel Bunn, επεσήμανε: «Η φετινή χρονιά υπήρξε εμβληματική για τους φόρους στο παγκόσμιο επίπεδο - και αυτό συνεπάγεται πολλές ευκαιρίες, αλλά και πολλά προβλήματα. Η φορολογική ανταγωνιστικότητα αλλάζει, και είναι σημαντικό οι χώρες να δουν πώς κατατάσσονται εφόσον επιθυμούν να διατηρήσουν τα ταλέντα, τις επενδύσεις και την ανάπτυξη».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ