Πώς έλληνες βιομήχανοι προσπαθούν να παραμείνουν ζωντανοί. Τι λένε οι ίδιοι

Πώς έλληνες βιομήχανοι προσπαθούν να παραμείνουν ζωντανοί. Τι λένε οι ίδιοι

Παρότι τα capital controls αποτελούν τροχοπέδη και οι κρατικές πολιτικές συχνά αγνοούν τη βιομηχανία, ο μεταποιητικός τομέας, κόντρα στο κακό κλίμα και τα αντικίνητρα επενδύει για να επιβιώσει. Ο ρόλος των τραπεζών είναι καθοριστικός, ειδικά για τις βιομηχανίες που έχουν σταματήσει να επενδύουν τα τελευταία 8 χρόνια, και αναμένουν από τις τράπεζες να λύσουν τα προβλήματά τους για να στηρίξουν τα επενδυτικά τους σχέδια.

Όπως απέδειξε η πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ, που παρουσίασε η Ελληνική Παραγωγή, η βιομηχανία αποδείχθηκε ο πλέον ανθεκτικός κλάδος στην κρίση με τη μεγαλύτερη συμβολή στην απασχόληση αφού μια θέση στη βιομηχανία συνδέεται με 4 θέσεις στην υπόλοιπη αγορά. Η Ε.Ε. έχει θέσει στόχο για το 2020 το 20% του ΑΕΠ των χωρών της να προέρχεται από τη βιομηχανία, θεωρώντας ότι η μεγαλύτερη συμμετοχή της βιομηχανίας στο ΑΕΠ εξασφαλίζει μεγαλύτερη αντοχή στην κρίση. Στην Ελλάδα όμως από 15% του ΑΕΠ το 1995 σήμερα η συνεισφορά της βιομηχανίας έχει περιοριστεί στο 9%.

ΜΟΧΛΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ. Ο βιομήχανος Μιχάλης Στασινόπουλος εκ των ιδρυτών και βασικών στελεχών της Ελληνικής Παραγωγής, έδωσε έμφαση κατά την παρουσίαση της μελέτης του ΙΟΒΕ στο ότι η μεταποίηση είναι ένας ζωντανός τομέας στην Ελλάδα που μπορεί να αποτελέσει βασικό μοχλό ανάπτυξης. Η Βιοχάλκο που την τελευταία τριετία έχει επενδύσει 400 εκατ. ευρώ στις μονάδες της στην Ελλάδα, συνεχίζει να επενδύει κάθε χρόνο άνω των 100 εκατ. ευρώ, για να διατηρεί την ανταγωνιστικότητα των μονάδων της αλλά και σε έρευνα και ανάπτυξη νέων μεθόδων και νέων μηχανών. Όπως είπε «η μελέτη του ΙΟΒΕ δείχνει ότι υπάρχει μια Ελλάδα που παράγει, καινοτομεί και εξάγει, που στηρίζεται σε έμφυτα ταλέντα και άξιο ανθρώπινο προσωπικό. Δείχνει ότι υπάρχουν εταιρείες διαμάντια που ανταγωνίζονται διεθνείς κολοσσούς και εξάγουν καινοτόμα προϊόντα ακόμη και στις μεγαλύτερες και τις πιο δύσκολες αγορές. Αυτές οι εταιρείες αποδεικνύουν ότι η Ελλάδα μπορεί να ξαναπάρει το τρένο της υγιούς ανάπτυξης, αρκεί να αντιμετωπιστούν τα χρόνια προβλήματα με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η ελληνική μεταποίηση.»
Τι χρειάζεται τελικά για να ενισχυθεί στην πράξη η βιομηχανική παραγωγή και οι επενδύσεις;

ΑΝΤΙΚΙΝΗΤΡΑ. «Αν υπήρχε άρση αντικινήτρων και η βιομηχανική παραγωγή δεν επιβαρυνόταν από μη μισθολογικά κόστη θα μπορούσαμε να επενδύσουμε περισσότερο» σημειώνει ο κ. Ευρυπίδης Δοντάς Πρόεδρος της Επίλεκτος και Αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχάνων Θεσσαλίας και Κεντρικής Ελλάδας αλλά και μέλος της Ελληνικής Παραγωγής. «Τα τελευταία χρόνια επενδύσαμε σε φωτοβολταϊκά και μια μονάδα βιοαερίου και περιοριστήκαμε σε μικρές βελτιωτικές επενδύσεις στην κλωστοϋφαντουργία. Η αύξηση της ανταγωνιστικότητάς μας περνά από πολιτικές αποφάσεις, καθώς τα μη μισθολογικά κόστη και το κόστος ενέργειας κάνουν ακριβή την παραγωγική διαδικασία. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ασφαλιστικές εισφορές είναι υψηλότερες για τη βιομηχανία από ότι για το εμπόριο, σαν η Πολιτεία να προτιμά να ενισχύει τις εισαγωγές από την εγχώρια παραγωγή. Επίσης πρέπει να μειωθεί με κάθε τρόπο η φορολόγηση, όχι η φορολόγηση στα κέρδη που δεν επηρεάζει, αλλά στο κόστος προϊόντων μέσω του ΕΦΚ, του φόρου ακίνητης περιουσίας και τα διάφορα τέλη που επιβαρύνουν την ανταγωνιστικότητα και επομένως μειώνουν την εγχώρια παραγωγή».
Οι επενδύσεις της μεταποίησης όπως αναδείχθηκε στη μελέτη που παρουσίασε ο ΙΟΒΕ στο χρονικό ορίζοντα 1995 – 2015 δείχνει έντονες διακυμάνσεις κατά διαστήματα, με την αξία επενδύσεων από 1,6 δισ. ευρώ το 1995 να ξεπερνάει στις αρχές του 2000 τα 3 δισ. ευρώ και να φτάνει τα 2,1 δισ. ευρώ το 2015.

ΚΡΙΣΗ. Κατά την περίοδο μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης το 2009, σχεδόν όλοι οι κλάδοι της μεταποίησης καταγράφουν αρνητικές μεταβολές στον τζίρο τους, πολλές εκ των οποίων είναι πάνω από 50%.
Ο κ. Διονύσης Φιλιώτης, Πρόεδρος της φαρμακευτικής εταιρείας Farmaserv-Lilly σημειώνει: «Από το 2009 έχουμε χάσει πάνω από το 50% του τζίρου μας. Δεν σταματήσαμε όμως να επενδύουμε κάθε χρόνο 40 εκατ. ευρώ σε κλινική έρευνα, από τα 80 εκατ. ευρώ που επενδύονται συνολικά στη χώρα. Το ποσό αυτό είναι ελάχιστο για μια χώρα σαν την Ελλάδα. Αν υπήρχε το κατάλληλο περιβάλλον οι επενδύσεις στην κλινική έρευνα θα μπορούσαν να είναι 1 δισ. ευρώ. Το οικονομικό περιβάλλον στη χώρα δεν επιτρέπει επενδύσεις. Δεν μπορεί να λειτουργήσει μια οικονομία με capital control…”


Γραφειοκρατικά εμπόδια στα νέα business plan

Στα προβλήματα της γραφειοκρατίας δίνει έμφαση ο Πρώην Πρόεδρος του ΣΒΒΕ και Πρόεδρος της Αλουμύλ κ. Γ.Μυλωνάς, καθώς αρκούν, για να αναστείλουν επενδυτικά σχέδια. «Εδώ και ένα χρόνο προσπαθούμε να πάρουμε κάποιες εγκρίσεις για να υλοποιήσουμε επένδυση 6,5 εκατ. ευρώ στη μονάδα στο Κιλκίς με στόχο να αυξήσουμε την παραγωγή προφίλ από τους 35.000 τόνους στους 47.000 τόνους. Αν γίνει αυτή η επένδυση θα χρειαστούμε επιπλέον 145 εργαζόμενους και θα δημιουργήσουμε επιπλέον πωλήσεις 45 εκατ. ευρώ, όλες από εξαγωγές. Ακόμη δεν έχουμε καταφέρει να προχωρήσουμε με τις εγκρίσεις και δεν ξέρω καν αν θα τις πάρουμε. Θα συνεχίσουμε να προσπαθούμε αλλά αν τελικά δεν γίνεται θα πρέπει να κάνουμε αυτή την επέκταση σε κάποια από τις μονάδες μας στο εξωτερικό». Επίσης αναφέρεται στο ρόλο των τραπεζών, σημειώνοντας «είναι πολλές οι μεταποιητικές βιομηχανίες που δεν έχουν επενδύσει τα τελευταία 8 χρόνια, κάτι πολύ αρνητικό για την ανταγωνιστικότητά τους. Κι εμείς αν θέλουμε να κάνουμε μια μεγαλύτερη επένδυση χρειαζόμαστε χρηματοδότηση και ελπίζουμε να μπορέσουν οι τράπεζες να ανταποκριθούν γιατί ο ρόλος τους είναι κρίσιμος».

ΜΑΡΙΝΑ ΠΡΩΤΟΝΟΤΑΡΙΟΥ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ