S&P: Άφησε αμετάβλητη στο ΒΒΒ την αξιολόγηση της Ελλάδας - Σταθερό το outlook

Το καλό και το κακό σενάριο
O S&P διατήρησε την αξιολόγηση ΒΒΒ για την Ελλάδα, μία βαθμίδα πάνω από το investment grade. Παράλληλα, διατήρησε και τις σταθερές προοπτικές για την πιστοληπτική αξιολόγηση.
Οπως αναφέρει ο οίκος, από το 2023, η Ελλάδα έχει εμφανίσει ιδιαίτερα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα μέσου ύψους 3,4% του ΑΕΠ. Η S&P προβλέπει ότι θα εμφανίσει δεύτερη χρονιά με πλεόνασμα προϋπολογισμού φέτος, από τις λίγες ανεπτυγμένες χώρες που μειώνουν το χρέος για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά.
Παρά τις αυξημένες εξωγενείς ανισορροπίες, η συμμετοχή στην Ευρωζώνη και η ευθυγράμμιση με τις δημοσιονομικές συνθήκες προσφέρουν προστασία έναντι του ρίσκου ενός σοκ στο ισοζύγιο πληρωμών.
Οι οικονομικές προοπτικές παραμένουν ισχυρές και ενισχύονται από επενδυτικά projects και ισχυρή ζήτηση στον τουριστικό κλάδο.
Το σταθερό outlook εξισορροπεί τις ισχυρές οικονομικές και δημοσιονομικές επιδόσεις έναντι του μεγάλου εξωτερικού και κυβερνητικού χρέους.
Το αρνητικό και το θετικό σενάριο
Υπογραμμίζει ότι θα μπορούσε να προχωρήσει σε υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, αν η δημοσιονομική επίδοση της χώρας παρουσιάσει σημαντική επιδείνωση, ενώ ως καταλύτης περαιτέρω αναβάθμισης αναδεικνύεται η ουσιαστική και βιώσιμη βελτίωση των εξωτερικών ανισορροπιών: για παράδειγμα, αυτό θα μπορούσε να συμβεί εάν δούμε μείωση της εξάρτησης της οικονομίας από τις εισαγωγές. «Θα μπορούσαμε επίσης να αναβαθμίσουμε την Ελλάδα εάν δούμε σημαντική μείωση του εξωτερικού χρέους της χώρας, μεγάλο μέρος του οποίου είναι δημόσιο», υπογραμμίζει η S&P.
To σκεπτικό της απόφασης
Σύμφωνα με τον οίκο, η αύξηση των τρεχουσών δαπανών έχει παραμείνει συγκρατημένη, ενώ τα έσοδα εμφανίζουν ισχυρή αύξηση, χάρη στις προσπάθειες για φορολογική συμμόρφωση, τη βελτίωση των συνθηκών στην αγορά εργασίας, αλλά και τις επιδοτήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης.
Συνολικά, η κυβέρνηση φαίνεται να βρίσκεται σε τροχιά επίτευξης -και υπέρβασης- των δημοσιονομικών της στόχων και φέτος, με τον οίκο να εκτιμά ότι, παρά την πιθανή περαιτέρω δημοσιονομική χαλάρωση, τα δημοσιονομικά αποτελέσματα θα παραμείνουν ευνοϊκά τα επόμενα έτη. Προβλέπει ότι η Ελλάδα θα εμφανίσει πλεόνασμα 0,4% του ΑΕΠ φέτος, το οποίο στη συνέχεια θα μετατραπεί σε ήπιο έλλειμμα, κατά μέσο όρο 0,6% του ΑΕΠ, την περίοδο 2026-2028.
Επίσης, παρά την αυξανόμενη παγκόσμια αβεβαιότητα, οι οικονομικές προοπτικές εξακολουθούν να φαίνονται σταθερές. Η βιομηχανική παραγωγή παρέμεινε στάσιμη κατά τους πρώτους οκτώ μήνες του έτους, αντικατοπτρίζοντας την υποτονική ανάπτυξη βασικών ευρωπαϊκών εμπορικών εταίρων και τη μείωση των εξαγωγών.
Παρ’ όλα αυτά, επισημαίνει η S&P, τα τουριστικά έσοδα για το διάστημα έως και τον Ιούλιο κατέγραψαν αύξηση 12,5% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Η εγχώρια πιστωτική επέκταση έχει επίσης ενισχυθεί, ιδίως όσον αφορά τη χορήγηση δανείων προς τις επιχειρήσεις. Αυτό, σε συνδυασμό με τις θετικές επιπτώσεις στα εισοδήματα από την άνοδο των τιμών στην αγορά κατοικίας (καθώς και στην εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά), συνέβαλε στην ανάκαμψη των λιανικών πωλήσεων και της κατανάλωσης.
Ο οίκος προβλέπει ότι το πραγματικό ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2,1% φέτος, καθώς η μεγαλύτερη βεβαιότητα γύρω από τη συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ για το εμπόριο αναμένεται να τονώσει τη μεταποιητική δραστηριότητα στο δεύτερο εξάμηνο. Η σταθερή και διαρκής μείωση της ανεργίας, σε συνδυασμό με την αύξηση των πραγματικών μισθών, θα συνεχίσει να στηρίζει την ιδιωτική κατανάλωση.
Ο οίκος προβλέπει μέση ανάπτυξη 2,2% για την περίοδο 2025-2026, τροφοδοτούμενη από τις επενδύσεις και την ιδιωτική κατανάλωση, και ότι στη συνέχεια η ανάπτυξη θα αρχίσει να επιβραδύνει καθώς θα ολοκληρώνεται η ώθηση από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Οι προθεσμίες υποβολής έργων που σχετίζονται με το Ταμείο Ανάκαμψης και χρηματοδοτούνται μέσω του RRF τοποθετούνται στο δεύτερο εξάμηνο του 2026. Ωστόσο, υπάρχουν επιπλέον σταδιακές προθεσμίες για την απορρόφηση των κονδυλίων, ιδιαίτερα για έργα που χρηματοδοτούνται μέσω δανείων. Αυτό αναμένεται να υποστηρίξει μια πιο ομαλή μετάβαση εκτός του πλαισίου του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ ο νέος προϋπολογισμός της ΕΕ για την περίοδο 2028-2034 πιθανόν να προσφέρει σημαντική πρόσθετη στήριξη στους επενδυτικούς στόχους της Ελλάδας, εκτιμά η S&P. Τέλος, δεδομένου ότι η κυβέρνηση σκοπεύει να κατευθύνει επιπλέον απροσδόκητα φορολογικά έσοδα προς επενδυτικά έργα, ο οίκος αναμένει ότι η εγχώρια χρηματοδότηση επενδύσεων θα αυξηθεί τα επόμενα χρόνια.
Αναφορικά με το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας επιδεινώθηκε σημαντικά το 2020 και παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Ωστόσο, η αύξηση των τουριστικών εσόδων το 2025, σε συνδυασμό με τη μείωση των πληρωμών τόκων και των τιμών του πετρελαίου, συνέβαλε σε μέτρια συρρίκνωση του ελλείμματος. Επιπλέον, οι καθαρές εξαγωγές συνέβαλαν θετικά στην αύξηση του ΑΕΠ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025, ενισχυμένες από την ισχυρή άνοδο των εξαγωγών υπηρεσιών το δεύτερο τρίμηνο. Αν και οι ανάγκες για εισαγωγές αναμένεται να παραμείνουν υψηλές φέτος και του χρόνου λόγω της επιτάχυνσης των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης, ο οίκος εκτιμά ότι η Ελλάδα θα περιορίσει σταδιακά το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Ωστόσο, οι σημαντικές οικονομικές και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις έχουν κάνει την οικονομική τροχιά πιο βιώσιμη, αλλά η συμφόρηση σε τομείς όπως η δικαιοσύνη εξακολουθούν να αποτελούν πρόκληση.
Οι δημογραφικές πιέσεις επιβαρύνουν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης και, ως εκ τούτου, θα συνεχίσουν να καταλαμβάνουν σημαντικό χώρο στη δημόσια πολιτική.