Ο εργοδότης μου παρακράτησε το μισθό. Είναι νόμιμο;
Ο Έλληνας νομοθέτης ορίζει ότι ο εργοδότης δεν επιτρέπεται να συμψηφίσει οφειλόμενο μισθό με απαίτησή του κατά του εργαζόμενου, εφόσον ο μισθός αυτός είναι απολύτως αναγκαίος για τη διατροφή του τελευταίου και της οικογενείας του. Αντίθετα, η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει για το συμψηφισμό με απαίτηση που έχει ο εργοδότης λόγω ζημίας που του προξένησε ο εργαζόμενος με δόλο κατά την εκτέλεση της σύμβασης εργασίας.
Την οικογένεια του εργαζόμενου αποτελούν τα πρόσωπα εκείνα απέναντι στα οποία ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση διατροφής (τέκνα, σύζυγος, γονείς) και όχι τα πρόσωπα τα οποία απλώς συζούν με τον εργαζόμενο. Η άποψη αυτή ωστόσο δεν είναι η κυρίαρχη, αφού έχει διατυπωθεί και η άποψη ότι, μέλη της οικογένειας θεωρούνται και τα πρόσωπα που συμβιώνουν με τον εργαζόμενο. Ο όρος «απολύτως αναγκαίος» κρίνεται με βάση τις αρχές της καλής πίστης και ερμηνεύεται από τον Δικαστή.
Προκειμένου να μην ισχύσει η παραπάνω απαγόρευση και να είναι νόμιμος ένας ενδεχόμενος συμψηφισμός, ο Έλληνας νομοθέτης απαιτεί δόλο από την πλευρά του εργαζόμενου για τη ζημιά που αυτός προξένησε στον εργοδότη. Δηλαδή, αρκεί απλά ο εργαζόμενος να παραβίασε σκόπιμα τις συμβατικές υποχρεώσεις του έναντι του εργοδότη.
Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή όχι μόνο στις συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αλλά και σ’ αυτές των ανεξάρτητων υπηρεσιών και μαθητείας. Αφορούν δε στους δεδουλευμένους μισθούς και όχι στους μισθούς, οι οποίοι μπορεί προέρχονται από υπερημερία του εργοδότη. Σε περίπτωση που η υπερημερία του εργοδότη προέρχεται από την ακυρότητα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, ο εργοδότης δικαιούται να συμψηφίσει απεριόριστα στους μισθούς το ποσό της αποζημίωσης που κατέβαλε για την απόλυση του εργαζομένου. Παράλληλα, ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να παρακρατήσει από μισθούς υπερημερίας και τα επιδόματα ανεργίας που τυχόν έλαβε ο εργαζόμενος από τον ΟΑΕΔ.
Ο Άρειος Πάγος με πρόσφατη νομολογία του ορίζει, ότι απαγορεύεται ο εκ μέρους του εργοδότη συμψηφισμός (καταλογισμός) των καταβαλλόμενων αυξημένων αποδοχών προς τις οφειλόμενες προσαυξήσεις από την εργασία κατά τις Κυριακές, τις εξαιρετέες ημέρες και τις νύκτες. Δεν απαγορεύεται όμως η μεταξύ μισθωτού και εργοδότη συμφωνία, κατά την οποία στις καταβαλλόμενες μεγαλύτερες αποδοχές συμψηφίζεται και κάθε τυχόν προσαύξηση από τέτοια αξίωση.
Ακολούθως, δε δικαιούται ο εργοδότης να συμψηφίσει ανταπαίτησή του στην αξίωση του εργαζόμενου από εργατικό ατύχημα, όπως επίσης δεν επιτρέπεται συμψηφισμός ανταπαίτησης στα ποσά που επιδικάζονται προσωρινά (κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων) έναντι καθυστερούμενων μισθών.
Όσον αφορά στις απαιτήσεις εργατών και τεχνιτών επιτρέπεται εξαιρετικά ο συμψηφισμός ανταπαίτησης του εργοδότη από μισθούς εργατών και τεχνιτών, εφόσον η εργοδοτική ανταπαίτηση προέρχεται από προκαταβολές, οι οποίες δόθηκαν αντί μισθού, από πρόστιμα που επιβλήθηκαν βάσει διάταξης κανονισμού εργασίας και δεν ξεπερνούν το 1\4 του ημερομισθίου για κάθε ημέρα, από μισθώματα κατοικίας που ο εργοδότης έχει νοικιάσει στον εργαζόμενο, από το αντίτιμο ζημιών, οι οποίες προξενήθηκαν από τον εργαζόμενο υπαίτια -έστω και με απλή αμέλεια- σε μηχανήματα του εργοδότη, από καταβολές σε ασφαλιστικά ταμεία, στις οποίες συμμετέχει ο εργαζόμενος, από συνδρομές ή εισφορές σε συνεταιρισμούς. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο συμψηφισμός της εργοδοτικής ανταπαίτησης είναι απεριόριστος. Δηλαδή, δεν τίθεται το όριο, που θέτει η διάταξη αναφορικά με το αναγκαίο του μισθού για τη διατροφή του εργαζόμενου και της οικογένειάς του.
Σε συνεργασία με το Κarouzos Law Office
Ακαδημίας 35 Κολωνάκι
106 72 Αθήνα
τηλ.: 210 38 13 900
fax: 210 36 34 617
e-mail: [email protected]