Με ποιες προϋποθέσεις η Ελλάδα θα ενταχθεί στο πρόγραμμα Ντράγκι για τους κρατικούς τίτλους

Με ποιες προϋποθέσεις η Ελλάδα θα ενταχθεί στο πρόγραμμα Ντράγκι για τους κρατικούς τίτλους
Θα εξαιρεθεί ή όχι η Ελλάδα από το πρόγραμμα Ντράγκι για την αγορά κρατικών ομολόγων; Αυτό είναι το ερώτημα που «καίει» την Αθήνα εν αναμονή της συνεδρίασης της ΕΚΤ στις 22 του μήνα, αφού από τη στάση της Φρανκφούρτης περιμένουν πολλοί -εντός και εκτός Ελλάδας- να εξάγουν συμπεράσματα για την τακτική που θα ακολουθήσει η Κεντρική Τράπεζα στις διαπραγματεύσεις με τη νέα ελληνική κυβέρνηση.


Ως τώρα, ακόμα και εντός της ΕΚΤ, η εικόνα για την... τύχη των ελληνικών ομολόγων είναι συγκεχυμένη, καθώς ούτως ή άλλως το πρόγραμμα Ντράγκι χαρακτηρίζεται -κυρίως από το Βερολίνο- ως υψηλής επικινδυνότητας, αν όχι «εκτός ορίων αρμοδιότητας».

«Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι σχετικά μικρό σε σχέση με το ερώτημα για το αν και πότε θα υπάρξει επέκταση της μη συμβατικής νομισματικής πολιτικής σε νέα στοιχεία ενεργητικού», δηλώνει στη Handelsblatt ο Γάλλος Κεντρικός τραπεζίτης Κ. Νουαγιέ, απορρίπτοντας επί της ουσίας τις εισηγήσεις για αναβολή των επίμαχων αποφάσεων ως τις 5 Μαρτίου, δηλαδή μετά από τις ελληνικές εκλογές, αφήνοντας παράλληλα ανοικτό το «παράθυρο» να συμπεριληφθούν υπό προϋποθέσεις και οι ελληνικοί τίτλοι στις σχετικές αποφάσεις.

«Εγώ προσωπικά βρίσκω προβληματικό το να συμπεριληφθούν τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων» απαντά στο Bloomberg ο Εσθονός Κεντρικός Τραπεζίτης Α. Χάνσον, δίνοντας έτσι την άλλη όψη του νομίσματος, με το επιχείρημα ότι εάν δεσμευτεί η ΕΚΤ να αγοράσει ομόλογα κάποιου που διακηρύττει την αναδιάρθρωση του Χρέους του, είναι οριακό. Ποια είναι η εκτίμηση υψηλόβαθμου Έλληνα τραπεζικού παράγοντα; Ότι η ΕΚΤ μπορεί να έχει και την πίτα ολάκερη και το σκύλο χορτάτο.

«Άλλο η ανακοίνωση κι άλλο η εφαρμογή του προγράμματος», εξηγεί ο ίδιος παράγοντας, εκτιμώντας ότι στις 22 του μήνα η ΕΚΤ μπορεί να ανακοινώσει το πολυσυζητημένο πρόγραμμα, ενδεχομένως και τις προϋποθέσεις εφαρμογής του, ξεκινώντας τις αγορές από τα μέσα Μαρτίου, κάτι που σημαίνει πρακτικά ότι η Ελλάδα δεν θα έχει εξαιρεθεί εκ προοιμίου, αλλά θα εναπόκειται στην ίδια τη χώρα -δηλαδή στη νέα κυβέρνηση- να τηρήσει τις προϋποθέσεις άρα να συμπεριληφθεί στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων.

«ΕΝΤΟΣ, ΕΚΤΟΣ»

Κι αν για τις υπόλοιπες χώρες η ανακοίνωση αυτών των προϋποθέσεων αντιμετωπίζεται με τεχνοκρατικά κριτήρια, για την Ελλάδα η βασική και πάγια αρχή, όπως την μεταφέρει στα «Π» ο Έλληνας υψηλόβαθμος τραπεζικός παράγοντας, είναι η εξής: «Αν είμαστε σε πρόγραμμα θα είμαστε εντός.

Διαφορετικά θα είμαστε εκτός». Επί της ουσίας, όσο προχωράμε προς το σημείο μηδέν, δηλαδή προς τη λήξη της δίμηνης παράτασης του ισχύοντος προγράμματος, αναδεικνύεται ο ρόλος- κλειδί της ΕΚΤ για τις εξελίξεις από εκεί και πέρα.

Αν και από τη Φρανκφούρτη αποφεύγουν επιμελώς να σχολιάσουν τα δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών, σύμφωνα με τα οποία η ΕΚΤ «απειλεί» να κόψει από την 1η Μαρτίου τη ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών άρα και της ελληνικής οικονομίας, η πραγματικότητα είναι ότι από τις κινήσεις της νέας κυβέρνησης το Φεβρουάριο θα κριθούν όλα, με βασικό -και επιθυμητό για τους Ευρωπαίους- σενάριο να παραμένει η περαιτέρω παράταση, κάτι που προϋποθέτει, όμως, σχετικό αίτημα από την Αθήνα είτε στο EUROGROUP της 16ης Φεβρουαρίου είτε σε έκτακτη συνεδρίαση που θα οριστεί αναλόγως των εξελίξεων.

Η «ΘΗΛΙΑ»

Επισήμως, τα ταμειακά διαθέσιμα επαρκούν ως το τέλος Φεβρουαρίου, ως εκ τούτου η προσοχή στρέφεται κατ' αρχήν στις χρηματοδοτικές υποχρεώσεις του Μαρτίου ύψος περίπου 1,6 δισ. ευρώ και ήδη οι δηλώσεις για τη δυνατότητα χρήσης του «εργαλείου» των εντόκων γραμματίων, έχουν ανάψει «φωτιές». Ποια είναι η πραγματικότητα; Όντως η Ελλάδα έχει δεσμευθεί έναντι των δανειστών της ότι το stock των εντόκων γραμματίων δεν μπορεί να ξεπερνά τα 15 δισ. ευρώ.

Συγκεκριμένα, έχοντας φτάσει στα 18,4 δισ. ευρώ στα μέσα Δεκεμβρίου του 2012, η τότε κυβέρνηση είχε δεσμευθεί ότι στο πλαίσιο εφαρμογής του 2ου Μνημονίου θα μειώσει σταδιακά κατά 9 δισ. ευρώ αυτό το stock των εντόκων γραμματίων, προκειμένου να απελευθερωθεί «ρευστό» από τις τράπεζες για την πραγματική οικονομία. Λίαν συντόμως, όμως, στην πρώτη αξιολόγηση του 2ου Μνημονίου κατέστη σαφές ότι αυτός ο περιορισμός δεν μπορούσε να γίνει και συμφωνήθηκε ότι ως το τέλος του προγράμματος το stock θα μείνει στα 15 δισ. ευρώ.

Στις 11 Σεπτεμβρίου του 2014 έγινε swap εντόκων γραμματίων ύψους 1,6 δισ. ευρώ με πενταετή και τριετή ομόλογα, περιορίζοντας το stock στα 13,4 δισ. ευρώ, αλλά μπαίνοντας εκ νέου σε περίοδο «εχθροπραξιών» με τις αγορές ως αποτέλεσμα της αναστολής των διαπραγματεύσεων με την Τρόικα, ο ΟΔΔΗΧ προχώρησε σε δύο έκτακτες εκδόσεις εντόκων γραμματίων το Δεκέμβριο, συνολικού ύψους 1,5 δισ. ευρώ, φτάνοντας πάλι στο πλαφόν των 15 δισ. ευρώ.


Οι έκτακτες εκδόσεις έντοκων γραμματίων

Στο ερώτημα αν μπορεί η επόμενη κυβέρνηση να προχωρήσει σε έκτακτες εκδόσεις εντόκων γραμματίων, η απάντηση που δίνεται είναι «μπορεί αλλά υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις», όπως επισημαίνει στέλεχος του ΟΔΔΗΧ και της ΕΚΤ.

Κατ' αρχήν πρέπει να υπάρξει σχετική συμφωνία με την Τρόικα για να ανέβει το πλαφόν πάνω από τα 15 δισ. ευρώ και εν συνεχεία πρέπει να υπάρξει συμφωνία με την ΕΚΤ, προκειμένου αυτή να ανάψει το πράσινο φως για τη συμμετοχή των ελληνικών τραπεζών σε αυτές τις έκτακτες εκδόσεις. Μπορεί να τα «σπάσει» η Αθήνα με την ΕΚΤ; Σε μια τέτοια περίπτωση τα πράγματα είναι λίγο ως πολύ δρομολογημένα.

Αυτή τη στιγμή οι ελληνικές τράπεζες στηρίζονται στο «φτηνό» χρήμα που αντλούν από την ΕΚΤ, συνολικού ύψους περίπου 45 δισ. ευρώ, που χρησιμοποιούν και για την αναχρηματοδότηση των εντόκων γραμματίων κι αν η Φρανκφούρτη αλλάξει... ρότα, τότε η ασφυξία είναι αναπόφευκτη, παρά το ότι ένα τέτοιο σενάριο χαρακτηρίζεται απευκταίο και ακραίο, από την πλειοψηφία των διεθνών αναλυτών.

ΠΗΓΗ: ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ΠΟΥ ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΠΕΡΙΠΤΕΡΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ