Ποιες εταιρίες έχουν δικαίωμα να «χτυπήσουν» τον ΔΕΣΦΑ
Εντός της εβδομάδας ο νέος διαγωνισμός
Τον δρόμο για την προκήρυξη του διεθνούς διαγωνισμού πώλησης του 66% του ΔΕΣΦΑ (35% από τα ΕΛΠΕ και 31% από απευθείας από το Δημόσιο άνοιξε επίσημα το υπουργείο Ενέργειας, καταθέτοντας στη Βουλή τροπολογία που αφορά τους δικαιούχους συμμετοχής στη διαδικασία.
Με το κείμενο το οποίο κατέθεσε ο υπουργός Γιώργος Σταθάκης σε νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης, ορίζεται ότι δικαίωμα συμμετοχής στον διαγωνισμό ιδιωτικοποίησης του ΔΕΣΦΑ έχουν μόνο Ευρωπαίοι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς φυσικού αερίου ή κοινοπραξίες εταιρειών οι οποίες έχουν ως μέλος τουλάχιστον έναν διαχειριστή.
Ειδικότερα, στον διαγωνισμό μπορούν να συμμετάσχουν:
- Διαχειριστές Συστήματος Μεταφοράς που είναι πιστοποιημένοι με τη σχετική κοινοτική οδηγία και μέλη του Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Φυσικού Αερίου (ENTSO-G).
- Κοινοπραξίες, υπό την προϋπόθεση ότι τουλάχιστον ένα μέλος τους είναι πιστοποιημένος διαχειριστής και ασκεί τουλάχιστον από κοινού έλεγχο της κοινοπραξίας.
Σε ό,τι αφορά τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί, προβλέπεται η εκδήλωση μη δεσμευτικού ενδιαφέροντος με χρονικό ορίζοντα μέχρι τα τέλη του καλοκαιριού, ενώ αμέσως μετά θα κληθούν οι ενδιαφερόμενοι που πληρούν τα κριτήρια του διαγωνισμού να καταθέσουν τις δεσμευτικές προσφορές τους.
Στη συνέχεια το ΤΑΙΠΕΔ θα ζητήσει βελτιωμένες προσφορές, ενώ η ανακήρυξη του προτιμητέου επενδυτή εκτιμάται ότι θα γίνει εντός του 2017. Ωστόσο το οικονομικό κλείσιμο της συναλλαγής που προϋποθέτει την έγκριση του ελεγκτικού συνεδρίου και τις άλλες εγκρίσεις (Επιτροπή Ανταγωνισμού κλπ), δεν αναμένεται πριν το 2018.
Το ενδιαφέρον για το ΔΕΣΦΑ περιορίζεται σε ευρωπαϊκές εταιρείες με την ιταλική Snam να θεωρείται μεγάλο φαβορί την ίδια στιγμή που επίσης κινητικότητα στο διαγωνισμό έχει δείξει η βελγική Fluxys αλλά και η ισπανική Enagas. Επίσης στο παρελθόν ενδιαφέρον είχε εκδηλωθεί από την ρουμανική Transgas αλλά και από την Ολλανδική Gasunie. Το πρόβλημα που πιθανόν να κληθεί να διαχειριστεί η κυβέρνηση είναι ότι με βάση τις εκτιμήσεις της αγοράς πολύ δύσκολα κάποια εταιρεία θα προσφέρει το τίμημα που είχε επιτευχθεί στον προηγούμενο διαγωνισμό που ακυρώθηκε, δηλαδή τα 400 εκατ. ευρώ.