Ποια κόκκινα δάνεια (και πόσα) θα πουληθούν κατά προτεραιότητα - Έρευνα

Οι ελληνικές τράπεζες αργά αλλά σταθερά θα υιοθετήσουν τη στρατηγική αποεπένδυσης, επισημαίνεται στην πανευρωπαϊκή έρευνα με θέμα «Deleveraging Europe: 2015 2016» και εκτιμάται ότι μεταξύ 2017 και 2019 στην ελληνική αγορά μπορούν να γίνουν συναλλαγές της τάξης των 29 δισ. ευρώ. Η Deloitte καταγράφει στην Ευρώπη «στροφή» των συναλλαγών από τις πωλήσεις χαρτοφυλακίων μη εξυπηρετούμενων δανείων, κυρίως με κα λύμματα εμπορικά ακίνητα, προς τις πωλήσεις εξυπηρετούμενων αλλά μη στρατηγικών στεγαστικών δανείων, καθώς και δανείων προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η εταιρεία εκτιμά σε 112 δισ. ευρώ, το 42% του συνόλου, τα δάνεια σε ρίσκο των ελληνικών τραπεζών, δηλαδή μη εξυπηρετούμενα ή «υποεξυπηρετούμενα», όπως τα χαρακτηρίζει και επισημαίνει την καθυστέρηση που καταγράφεται στη διαδικασία απομόχλευσης.
Βασικό εμπόδιο στην ανάπτυξη της αγο ράς ήταν η έλλειψη σε κεφάλαια και προβλέψεις, κάτι που διορθώθηκε με την ανακεφαλαιοποίηση, ενώ και η κυβέρνηση που ήταν αντίθετη στις πωλήσεις NPLs φαίνεται να «βάζει νερό στο κρασί της» ώστε τα όποια προβλήματα να μπορούν να διευθετηθούν μεσοπρόθεσμα. Η μελέτη της Deloitte αναφέρεται στις εξελίξεις σε θεσμικό πεδίο, οι οποίες θα διευ κολύνουν και την πώληση και προβαίνει στην εκτίμηση ότι ο δείκτης NPL θα ανέλθει στο τέ λος του έτους στο 45%, με άνο δο κατά 11% από τον Μάρτιο.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, εντός του 2015 έχουν γίνει συναλλα γές αξίας 104,3 δισ. ευρώ -στο διάστημα 2013 με 2015 υπερ βαίνουν τα 300 δισ. ευρώ και οι αντίστοιχες του 2016 αναμένεται να ανέλθουν στα 130 δισ. ευρώ, με τις ευρωπαϊκές τράπεζες να συνεχίζουν τη διαδικασία απο μόχλευσης, έχοντας να αντιμε τωπίσουν μη στρατηγικά και μη εξυπηρετούμενα δάνεια άνω των 2 τρισ. ευρώ. Η ετήσια με ταβολή το 2015 ήταν της τάξης του 26%. Σε αγορές με ομοιότητες με την ελληνική, το 2015 σημειώθηκε επιβράδυνση στην Ιρλανδία και ενίσχυση της δραστηριότητας σε Ιταλία, Ισπανία, κεντρική, νό τια και ανατολική Ευρώπη.
Oπως επισημαίνουν οι ειδικοί, μια δραστήρια αγορά πωλήσεων χαρτοφυλακίων μη εξυπηρε τούμενων δανείων μειώνει τους χρηματοοικονομικούς, λει τουργικούς, οργανωτικούς και κεφαλαιακούς επιβαρυντικούς παράγοντες για τις τράπεζες, αποδεσμεύει ανθρώπινους πό ρους και κεφάλαια προς όφε λος νέων χρηματοδοτήσεων της πραγματικής οικονομίας, βελ τιώνει τη διαχείριση τραπεζι κού κινδύνου και προσελκύει επενδυτικό ενδιαφέρον.
Για τις επιχειρήσεις, μια τέτοια αγορά συμβάλλει στην ταχύτε ρη ανάκαμψη μέσω της διευ κόλυνσης της «εξόδου» των μη βιώσιμων εταιρειών και μέσω της υποστήριξης της ανάπτυ ξης των βιώσιμων εταιρειών, με τη διάθεση πιο ανταγωνιστικών πόρων προς περισσότερο πα ραγωγικές εταιρείες και με την αναδιοργάνωση και ανάπτυξη των εταιρειών