Πες μου ποιο θα είναι το πλεόνασμα να σου πω τι θα πάθεις
Εν τω μεταξύ, το χρονικό διάστημα για το οποίο θα διατηρηθεί η λιτότητα στην Ελλάδα παραμένει άγνωστο προς το παρόν και όλα θα κριθούν την επόμενη εβδομάδα στο Eurogroup Ανοικτό παραμένει στο κείμενο του μνημονίου το έτος μέχρι το οποίο η Ελλάδα θα υποχρεωθεί να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 3,5%. Και αυτό διότι η χρονιά απεγκλωβισμού από τη συγκεκριμένη υποχρέωση, θα αποφασιστεί στο Eurogroup της 22ας Μαίου μαζί με το θέμα της διευθέτησης του χρέους. Βέβαιο θεωρείται ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα πρέπει να κλείνει κάθε χρόνο στο 3,5% από το 2018 μέχρι και το 2021 καθ ‘όλη δηλαδή την περίοδο που θα διαρκεί το νέο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής. Ωστόσο, δεν αποκλείεται, στο πλαίσιο της αναζήτησης συμβιβαστικής λύσης μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμών και του ΔΝΤ για την υπόθεση του χρέους, να ζητηθεί από την Ελλάδα να δημιουργήσει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως και το 2023 παρατείνοντας έτσι την περίοδο λιτότητας.
Το μεσοπρόθεσμο που θα κατατεθεί στη Βουλή προκειμένου να εκπληρωθεί το σχετικό «προαπαιτούμενο», αναμένεται ότι θα προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 2,2% για το 2017 και 3,5% για την περίοδο από το 2018 μέχρι και το 2021. Ο μνημονιακός στόχος δεν αλλάζει. Δηλαδή, για το 2017, ο στόχος παραμένει στο 1,75% και αν η χρονιά κλείσει με πλεόνασμα 2,2% που προβλέπει η ελληνική κυβέρνηση, τότε η διαφορά θα καταγραφεί ως υπεραπόδοση. Aρμόδια κοινοτική πηγή που πρωταγωνιστεί στις διαπραγματεύσεις κλήθηκε να απαντήσει σε ερώτημα σχετικά με το αν η Ελλάδα διατηρεί το δικαίωμα να προχωρήσει σε διανομή αυτού του υπερβάλλοντος πλεονάσματος όπως συνέβη και το 2016 (σε περίπτωση φυσικά που επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις). Απάντησε ότι το δικαίωμα εξακολουθεί να υπάρχει. Ωστόσο, προσέθεσε ότι οριστική εικόνα για τη δημοσιονομική επίδοση της Ελλάδας κατά τη διάρκεια του 2017, θα υπάρχει τον Απρίλιο του 2018 όταν θα ανακοινωθούν τα οριστικά στοιχεία από την Eurostat και την Ελληνική Στατιστική Αρχή. Και επειδή ο Απρίλιος του 2018 θα είναι πολύ κοντά στην περίοδο των τελικών διαπραγματεύσεων με το ΔΝΤ και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς για το τι μέλλει γενέσθαι στη διετία 2019-2020, η ίδια κοινοτική πηγή υποστηρίζει ότι θα είναι προτιμότερο τότε να «δούμε τη μεγάλη εικόνα». Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Εμμέσως πλην σαφώς, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί στέλνουν από τώρα μήνυμα στην Αθήνα να μην επαναληφθεί η ιστορία του 2016 με το έκτακτο μέρισμα στους συνταξιούχους, κάτι το οποίο είχε ως αποτέλεσμα να καθυστερήσουν οι διαπραγματεύσεις και να υποχρεωθεί ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών να στείλει γραπτή δήλωση – δέσμευση ότι δεν θα επαναληφθούν αντίστοιχες ενέργειες στο μέλλον χωρίς να έχει προηγηθεί συμφωνία με τους θεσμούς.
Πρακτικά, οι καθοριστικές διαπραγματεύσεις για τη διετία 2019-2020, θα γίνουν στο δεύτερο εξάμηνο του 2018 καθώς τότε θα ενεργοποιηθεί ο «μηχανισμός» πρόβλεψης του πρωτογενούς πλεονάσματος για τη διετία 2019-2020. Το πάνω χέρι σε αυτή τη διαδικασία, αναμένεται να έχει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (εφόσον βεβαίως κλειδώσει η συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα) το οποίο εξακολουθεί να τηρεί απαισιόδοξη στάση για την πορεία του πρωτογενούς πλεονάσματος. Όπως προκύπτει και από το περιεχόμενο της προκαταρκτικής συμφωνίας με τους θεσμούς, τα ενδεχόμενα που θα υπάρξουν το καλοκαίρι του 2018 θα είναι τα εξής:
- Να εκτιμηθεί ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του 2018 δεν θα ξεπεράσει το 1,5%. Σε αυτή την περίπτωση, το 2019 θα ενεργοποιηθεί και το πακέτο με τις μειώσεις στις κύριες και επικουρικές συντάξεις και το φορολογικό πακέτο με τη μείωση της έκπτωσης φόρου στα 1250 ευρώ. Όλα τα θετικά μέτρα, θα παραμείνουν στα χαρτιά
- Να εκτιμηθεί ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του 2018 θα φτάσει στο 2,5%. Σε αυτή την περίπτωση θα κοπούν οι συντάξεις και δεν θα ενεργοποιηθεί το «καλό πακέτο» του 2019 που περιλαμβάνει την αύξηση των κοινωνικών επιδομάτων όπως το επίδομα τέκνων, το επίδομα στέγασης, τη μείωση της συμμετοχής στα φάρμακα κλπ.
- Να εκτιμηθεί ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019, φτάνει στο 3,5% και χωρίς την περικοπή των συντάξεων. Σε αυτή την περίπτωση, η μείωση των συντάξεων θα προχωρήσει ούτως ή άλλως αλλά θα ενεργοποιηθεί ταυτόχρονα και το θετικό πακέτο μέτρων του 2019.
Το πρόβλημα που θα κληθεί να λύσει η ελληνική πλευρά είναι η αμφισβήτηση από την πλευρά των θεσμών της «βιωσιμότητας» των πλεονασμάτων. Και στη συζήτηση για το πλεόνασμα του 2016, οι θεσμοί και ειδικά το ΔΝΤ παραδέχτηκαν τελικώς το +4,2% ωστόσο απέδωσαν την υπεραπόδοση σε μέτρα με εφάπαξ χαρακτήρα. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος για τον οποίο το πακέτο μέτρων του 2018 συμπεριελήφθη τελικώς στη συμφωνία και μάλιστα «ενισχυμένο» με μέτρα όπως η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών για τους επιτηδευματίες.