Αναπαραγωγή χειρουργική: βελτιώνοντας τα ποσοστά επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης

Αναπαραγωγή χειρουργική: βελτιώνοντας τα ποσοστά επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης

Γράφει ο
Βασίλειος Καπετανάκης, MD, FACOG
Μαιευτήρας Γυναικολόγος
Διευθυντής Γυναικείας Αναπαραγωγής Χειρουργικής ΥΓΕΙΑ

Η αναπαραγωγική χειρουργική αποτελεί σημαντικό κομμάτι στη θεραπεία της γυναικείας υπογονιμότητας είτε επιτυγχάνοντας πλήρη αποκατάσταση της γονιμότητας, καθιστώντας δυνατή την ικανότητα αυτόματης σύλληψης, είτε αυξάνοντας σημαντικά τα ποσοστά επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης στις περιπτώσεις που ενδείκνυται.

Χρησιμοποιώντας ελάχιστα επεμβατικές μεθόδους όπως η υστεροσκόπηση, λαπαροσκόπηση και η ρομποτική χειρουργική, αποσκοπεί στη διόρθωση και αποκατάσταση συγγενών ή επίκτητων ανωμαλιών του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος με αποτέλεσμα την αύξηση του ποσοστού επιτυχίας των τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.

Η πιο συχνή αιτία υπογονιμότητας στη γυναίκα είναι η βλάβη των σαλπίγγων

Σε περιπτώσεις προχωρημένης βλάβης σαλπίγγων (υδροσάλπιγγα) όπου η αποκατάσταση δεν έχει μεγάλη πιθανότητα επιτυχίας θα πρέπει η γυναίκα να προβεί σε λαπαροσκόπηση ώστε να γίνει η αφαίρεση της προβληματικής σάλπιγγας (σαλπιγγεκτομή). Έγκυρες μελέτες έχουν δείξει ότι η παρουσία υδροσάλπιγγας μειώνει τα ποσοστά επιτυχίας IVF κατά 50%. Έτσι, το ποσοστό επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης αυξάνεται σημαντικά μετά από λαπαροσκοπική αφαίρεση υδροσαλπίγγων.

Ινομυώματα

Τα ινομυώματα μήτρας είναι καλοήθεις όγκοι που συναντιόνται με μεγάλη συχνότητα στις γυναίκες που βρίσκονται στην αναπαραγωγική ηλικία. Δημιουργούνται και μεγαλώνουν κάτω από το περίβλημα της μήτρας (υπορογόνια ινομυώματα), μέσα στο μυϊκό τοίχωμα της μήτρας (ενδοτοιχωματικά) ή και στην εσωτερική επιφάνεια της μήτρας, στην ενδομήτρια κοιλότητα (υποβλεννογόνια). Η θέση και το μέγεθος των ινομυωμάτων μπορούν να επηρεάσουν τη δυνατότητα επίτευξης εγκυμοσύνης, λόγω των ανατομικών και λειτουργικών διαταραχών που επιφέρουν στη μήτρα. Μελέτες έχουν δείξει ότι τα ινομυώματα επηρεάζουν την δεκτικότητα του ενδομήτριου.

Γυναίκες με ινομυωματώδη μήτρα έχουν σημαντικά χαμηλότερα ποσοστά εμφύτευσης, βιοχημικών κυήσεων, κλινικών κυήσεων και ζωντανών γεννήσεων επηρεάζοντας σημαντικά τα αποτελέσματα της εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Ινομυώματα μεγάλου μεγέθους και σε κοντινή απόσταση από την ενδομήτρια κοιλότητα θα πρέπει να αφαιρούνται πριν από την εξωσωματική γονιμοποίηση.

Τα ινομυώματα ενοχοποιούνται επίσης, σε ορισμένες περιπτώσεις, για την πρόκληση αποβολών καθώς και για πρόωρους τοκετούς.

Η θεραπεία αποφασίζεται κατά περίπτωση. Ανάλογα με τη θέση, τον αριθμό και το μέγεθος τους η ενδεδειγμένη θεραπεία μπορεί να είναι είτε συντηρητική είτε χειρουργική (υστεροσκοπικά, λαπαροσκοπικά ή ρομποτικά).

Ανωμαλίες του εσωτερικού τοιχώματος της μήτρας που αποτελείται από το ενδομήτριο έχουν σοβαρή επίπτωση στα ποσοστά εμφύτευσης των εμβρύων μετά από εξωσωματική μειώνοντας σημαντικά τα ποσοστά επιτυχίας. Ανατομικές ανωμαλίες όπως πολύποδες, ινομυώματα που ανευρίσκονται στο εσωτερικό της μήτρας, συμφύσεις ενδομήτριου, συγγενείς ανωμαλίες της μήτρας όπως είναι τα διαφράγματα της μήτρας είναι τα πλέον συχνά αίτια υπογονιμότητας και μπορούν να οδηγήσουν ακόμα και σε αποβολές.

Η θεραπεία γίνεται με την χειρουργική υστεροσκόπηση δια μέσω του τραχήλου της μήτρας, χωρίς τομές, πριν από την ολοκλήρωση της προσπάθειας της εξωσωματικής γονιμοποίησης ώστε να δημιουργηθεί το κατάλληλο έδαφος για την εμφύτευση των εμβρύων στην μήτρα.

Ενδομητρίωση

Η ενδομητρίωση είναι επίσης συχνή αιτία υπογονιμότητας. Ανευρίσκεται περίπου στο 50% των υπογόνιμων γυναικών και η τελική διάγνωση γίνεται λαπαροσκοπικά.

Πρόκειται για νόσο όπου ο ιστός του ενδομητρίου (βλεννογόνος που επενδύει την κοιλότητα της μήτρας) αναπτύσσεται σε περιοχές και όργανα που είναι εκτός της μήτρας, όπως το περιτόναιο, οι ωοθήκες, οι σάλπιγγες και σπανιότερα άλλα όργανα.

Έχει αποδειχθεί ότι σε περιπτώσεις αποτυχημένων προσπαθειών εξωσωματικής γονιμοποίησης, η χειρουργική αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης ενδέχεται να αυξήσει τα ποσοστά επιτυχίας σε μεταγενέστερες προσπάθειες.

Συμπερασματικά ανάλογα με την εκάστοτε περίπτωση ο αναπαραγωγικός ειδικός θα πρέπει να έχει την κατάλληλη εξειδίκευση ώστε να γνωρίζει και να χρησιμοποιεί την αναπαραγωγική χειρουργική κατάλληλα και αποτελεσματικά για να παρέχει την καλύτερη επιλογή που θα οδηγήσει και στην επίτευξη της πολυπόθητης εγκυμοσύνης.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ