Μέτρα μείωσης του ενεργειακού κόστους για τις επιχειρήσεις ζητά το ΕΒΕΑ

Στην επιστολή σημειώνεται πως η αύξηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, ο οποίος είναι μέχρι και πέντε φορές υψηλότερος σε σχέση με αντίστοιχους φόρους ευρωπαϊκών χωρών, επιβαρύνει υπέρμετρα την τιμή του μαζούτ, για τη βιομηχανία και την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Έτσι, η μέση τιμή του μαζούτ, που χρησιμοποιείται ως καύσιμη ύλη από την πλειονότητα των ενεργοβόρων βιομηχανιών, έχει σχεδόν διπλασιαστεί από το 2009 μέχρι σήμερα. Συγκεκριμένα, από 351,22 ευρώ/τόνο το 2009 εκτινάχθηκε σε 644,69 ευρώ/τόνο το 2013 κι αυτό παρά το γεγονός ότι κατά τα τελευταία τρία χρόνια, οι τιμές του Crude Oil στις διεθνείς αγορές παρουσιάζουν λογική και ελεγχόμενη διακύμανση, με ελάχιστη και μέγιστη τιμή ανά βαρέλι τα 81,50 και 107,40 δολάρια, αντίστοιχα.
Αντίστοιχα, εξαιτίας του υψηλού ΕΦΚ η Ελλάδα είναι η 6η ακριβότερη χώρα μεταξύ των 27 της ΕΕ για το ντίζελ, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat (Μάιος 2012).
Ακόμη, τονίζεται πως στην ηλεκτρική ενέργεια έχουν σημειωθεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια αυξήσεις της τάξης του 45%, ενώ η εξωπραγματική αύξηση του τέλους ΑΠΕ καθιστά το ενεργειακό κόστος των βιομηχανιών ακόμη πιο δυσβάσταχτο. Το συγκεκριμένο τέλος για τη μέση τάση, δηλαδή για τη συντριπτική πλειονότητα των μεταποιητικών επιχειρήσεων, αυξήθηκε από 1,69 ευρώ/MWh το 2011 σε 5,25 ευρώ/MWh στις αρχές του 2012, για να διαμορφωθεί από τον Αύγουστο του 2012 και μετά σε 7,17 ευρώ/MWh.
Σύμφωνα με το ΕΒΕΑ, όλα τα παραπάνω έχουν ως αποτέλεσμα το κόστος της ενέργειας αγγίζει σε πολλές περιπτώσεις μέχρι και το 50% συνολικού κόστους της παραγωγικής διαδικασίας, υπερβαίνοντας το εργατικό κόστος.
«Η κατάσταση αυτή δημιουργεί πρόβλημα επιβίωσης σε όλο και περισσότερες επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα τα «λουκέτα» να πληθαίνουν και να χάνονται θέσεις εργασίας. Παράλληλα, υποβαθμίζει συνολικά τη διεθνή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών βιομηχανιών, σε μια περίοδο όπου η εξωστρέφεια αποτελεί μονόδρομο επιβίωσης, τόσο για τις ίδιες όσο και για την ελληνική οικονομία», τονίζει χαρακτηριστικά ο κ. Μίχαλος.