Η τόνωση των ρυθμών ανάπτυξης στο επίκεντρο της Συνόδου του G-20
Αναμένεται ωστόσο να μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον, καθώς επηρεάζουν καίρια τον βασικό στόχο του μπλοκ που είναι η επιτάχυνση των ρυθμών της διεθνούς οικονομίας, που δεν έχει ακόμα βρει τον βηματισμό της μετά την χρηματοοικονομική κρίση του 2008.
Κατά την τελευταία Σύνοδο Κορυφής του G-20 στο Μπρισμπέιν της Αυστραλίας, οι ηγέτες των χωρών δεσμεύθηκαν να αναλάβουν πρωτοβουλίες που θα αυξήσουν κατά την επόμενη πενταετία το παγκόσμιο ΑΕΠ κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο σε σχέση με τα επίπεδα που προβλέπονταν το 2013.
Το λεγόμενο «Σχέδιο Δράσης του Μπρισμπέιν» περιλαμβάνει περί τα 1.000 αναπτυξιακά μέτρα, με τους υπουργούς Οικονομικών να καλούνται να το μετουσιώσουν σε ένα υλοποιήσιμο πρόγραμμα με δεσμευτικούς στόχους. Οι ΗΠΑ αναμένεται να ασκήσουν για άλλη μια φορά πιέσεις στην Ευρωζώνη -και ιδίως στη Γερμανία- για την ανάληψη αναπτυξιακών πρωτοβουλιών. Δεν είναι τυχαίο ότι ο υπουργός Οικονομικών Τζακ Λιου υπογράμμισε την περασμένη εβδομάδα ότι «οι ΗΠΑ δεν μπορούν να είναι η μοναδική ατμομηχανή της παγκόσμιας οικονομίας».
Μεταρρυθμιστική κόπωση
Καθώς η χρήση της νομισματικής πολιτικής ως εργαλείου ανάπτυξης πλησιάζει στα όριά της και πολλές χώρες δεν έχουν περιθώρια για επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, το κέντρο βάρος πέφτει στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να τονώσουν τη ζήτηση.
Σύμφωνα όμως με έκθεση του ΟΟΣΑ, ο ρυθμός των μεταρρυθμίσεων έχει επιβραδυνθεί στις χώρες-μέλη του την τελευταία διετία, καθώς εδραιώνεται η αντίληψη στην κοινή γνώμη ότι φέρνουν αντίθετα αποτελέσματα από τα προσδοκώμενα σε περιόδους ασθενούς ζήτησης, διευρύνοντας τις ανισότητες. Κι όπως παραδέχθηκε η επικεφαλής οικονομολόγος του ΟΟΣΑ Κάθριν Μαν, «στις χώρες που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση, οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας υλοποιήθηκαν απουσία των δημοσιονομικών πόρων που ήταν απαραίτητοι για να αμβλυνθούν οι κοινωνικές επιπτώσεις, με αποτέλεσμα να υπάρξει δραματική απώλεια θέσεων εργασίας και εισοδημάτων».
Οι εξελίξεις στα «θερμά μέτωπα» της Ελλάδας και της Ουκρανίας δεν περιλαμβάνονται στην επίσημη ατζέντα της διήμερης Συνόδου των υπουργών Οικονομικών και των κεντρικών τραπεζιτών του G20 που ξεκινά σήμερα στην Κωνσταντινούπολη.
Αναμένεται ωστόσο να μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον, καθώς επηρεάζουν καίρια τον βασικό στόχο του μπλοκ που είναι η επιτάχυνση των ρυθμών της διεθνούς οικονομίας, που δεν έχει ακόμα βρει τον βηματισμό της μετά την χρηματοοικονομική κρίση του 2008.
Κατά την τελευταία Σύνοδο Κορυφής του G-20 στο Μπρισμπέιν της Αυστραλίας, οι ηγέτες των χωρών δεσμεύθηκαν να αναλάβουν πρωτοβουλίες που θα αυξήσουν κατά την επόμενη πενταετία το παγκόσμιο ΑΕΠ κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο σε σχέση με τα επίπεδα που προβλέπονταν το 2013.
Το λεγόμενο «Σχέδιο Δράσης του Μπρισμπέιν» περιλαμβάνει περί τα 1.000 αναπτυξιακά μέτρα, με τους υπουργούς Οικονομικών να καλούνται να το μετουσιώσουν σε ένα υλοποιήσιμο πρόγραμμα με δεσμευτικούς στόχους. Οι ΗΠΑ αναμένεται να ασκήσουν για άλλη μια φορά πιέσεις στην Ευρωζώνη -και ιδίως στη Γερμανία- για την ανάληψη αναπτυξιακών πρωτοβουλιών. Δεν είναι τυχαίο ότι ο υπουργός Οικονομικών Τζακ Λιου υπογράμμισε την περασμένη εβδομάδα ότι «οι ΗΠΑ δεν μπορούν να είναι η μοναδική ατμομηχανή της παγκόσμιας οικονομίας».
Μεταρρυθμιστική κόπωση
Καθώς η χρήση της νομισματικής πολιτικής ως εργαλείου ανάπτυξης πλησιάζει στα όριά της και πολλές χώρες δεν έχουν περιθώρια για επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, το κέντρο βάρος πέφτει στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να τονώσουν τη ζήτηση.
Σύμφωνα όμως με έκθεση του ΟΟΣΑ, ο ρυθμός των μεταρρυθμίσεων έχει επιβραδυνθεί στις χώρες-μέλη του την τελευταία διετία, καθώς εδραιώνεται η αντίληψη στην κοινή γνώμη ότι φέρνουν αντίθετα αποτελέσματα από τα προσδοκώμενα σε περιόδους ασθενούς ζήτησης, διευρύνοντας τις ανισότητες. Κι όπως παραδέχθηκε η επικεφαλής οικονομολόγος του ΟΟΣΑ Κάθριν Μαν, «στις χώρες που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση, οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας υλοποιήθηκαν απουσία των δημοσιονομικών πόρων που ήταν απαραίτητοι για να αμβλυνθούν οι κοινωνικές επιπτώσεις, με αποτέλεσμα να υπάρξει δραματική απώλεια θέσεων εργασίας και εισοδημάτων?».