Καταγγελία εργαζομένων του ΕΔΣ για αδιαφανείς προσλήψεις εκτός ΑΣΕΠ

Καταγγελία εργαζομένων του ΕΔΣ για αδιαφανείς προσλήψεις εκτός ΑΣΕΠ

Αδιαφανείς προσλήψεις προσωπικού, εκτός ΑΣΕΠ και μάλιστα με ειδικές, πολύ αυξημένες αμοιβές καταγγέλλουν οι εργαζόμενοι του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου (ΕΔΣ).

Συγκεκριμένα, στην ομόφωνη απόφαση της γενικής συνέλευσης του συλλόγου εργαζομένων του ΕΔΣ επί της σχεδιαζόμενης τροποποίησης του ιδρυτικού νόμου της υπηρεσίας αναφέρονται τα εξής:

«Σε σχέση με το σχέδιο νομοθετικής διάταξης το οποίο τροποποιεί τον ιδρυτικό νόμο του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου (ΕΔΣ), θέτουμε υπόψη σας τα εξής:

Καταρχάς, είναι προφανές πως καμία ουσιαστική και πετυχημένη μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου μιας υπηρεσίας δεν μπορεί να γίνει ερήμην του υπηρετούντος προσωπικού. Στο πλαίσιο αυτό εκφράζουμε την απορία μας για την πλήρη έλλειψη ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους εργαζομένους στον φορέα ενόψει της τροποποίησης του ιδρυτικού νόμου του ΕΔΣ, ιδίως επί θεμάτων που αφορούν το προσωπικό.

Επί της ουσίας των προτεινόμενων διατάξεων, όσων τουλάχιστον περιήλθαν τυχαίως εις γνώση μας, θεωρούμε πως τυχόν υιοθέτησή τους συνεπάγεται καίριο πλήγμα στην ανεξαρτησία και αμεροληψία του φορέα, την επιστημονική του αξιοπιστία και τη διασφάλιση της υπηρεσιακής ομαλότητας και συνέχειας.

Ειδικότερα, βάσει των σχεδιαζόμενων ρυθμίσεων προτείνεται όπως αυξηθούν οι θέσεις της υπηρεσίας από 20 σε 36 με το σύνολο των συνιστώμενων νέων θέσεων να αφορά την πρόσληψη προσωπικού προσωρινού χαρακτήρα (μετακλητοί/αποσπασμένοι συνεργάτες και συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου) το οποίο θα διορίζεται εκτός ΑΣΕΠ, χωρίς καμία διαδικασία επιλογής και αξιολόγησης με μόνη απόφαση του Προέδρου του ΕΔΣ. Η υιοθέτηση μιας τέτοιας διάταξης δεν παρέχει καμία εγγύηση αξιοκρατικής και αμερόληπτης επιλογής πλήττοντας ευθέως το κύρος της υπηρεσίας. Επιπρόσθετα, αυτός ο τρόπος στελέχωσης προσιδιάζει περισσότερο σε πολιτικής φύσεως όργανα όπως τα Γραφεία Υπουργών υπονομεύοντας τη λογική ανεξαρτησίας που πρέπει να διέπει τη λειτουργία μιας ανεξάρτητης αρχής. Περαιτέρω, η προτεινόμενη ρύθμιση δεν ενδυναμώνει επί της ουσίας την υπηρεσία καθότι, ενώ το ΕΔΣ έχει ανάγκη από μόνιμο προσωπικό για να καλυφθούν οι πάγιες και διαρκείς ανάγκες του, η σχεδιαζόμενη ρύθμιση αφορά αποκλειστικά προσωρινό προσωπικό που θα αποχωρήσει σε σύντομο χρονικό διάστημα από την υπηρεσία καθιστώντας τη σχετική εκπαίδευσή του στο ΕΔΣ σπατάλη πόρων για το φορέα.

Ταυτόχρονα, οι εν λόγω θέσεις προβλέπεται να αμείβονται με ειδικές αποδοχές κατά πολύ αυξημένες σε σχέση με εκείνες του κανονικού τακτικού προσωπικού του φορέα το οποίο έχει επιλεγεί με αξιοκρατικές και αντικειμενικές διαδικασίες. Το γεγονός αυτό δημιουργεί εντός του φορέα υπαλλήλους πολλαπλών ταχυτήτων, επιτείνει τις υφιστάμενες ανισότητες και δεν αντιμετωπίζει τα προβλήματα της ενδοϋπηρεσιακής μισθολογικής ανισότητας όπου κάποιοι υπάλληλοι λαμβάνουν την προσωπική διαφορά και άλλοι όχι, αλλά και της διυπηρεσιακής ανισότητας όπου οι υπάλληλοι του ΕΔΣ αμείβονται λιγότερο από τους ομόλογους τους στο ΥΠΟΙΚ, οι οποίοι λαμβάνουν το κίνητρο επίτευξης δημοσιονομικών στόχων ή αμείβονται βάσει του ειδικού μισθολογίου του ΣΟΕ.

Κατά συνέπεια, η συγκεκριμένη διάταξη, τουλάχιστον ως έχει, αποτελεί πρόδηλη παραβίαση της αρχής της ισότητας, καθώς προσωπικό που εργάζεται στην ίδια υπηρεσία, κάνει την ίδια δουλειά, ανήκει στον ίδιο κλάδο και έχει τα ίδια τυπικά και ουσιαστικά προσόντα θα αμείβεται πολύ διαφορετικά. Επίσης, συνιστά εξόφθαλμη παραβίαση της αρχής της αξιοκρατίας καθώς δεν προβλέπεται για την πρόσληψη του εν λόγω προσωπικού καμία αντικειμενική και αμερόληπτη διαδικασία αξιολόγησης και διαφανούς επιλογής.

Περαιτέρω, προβληματικές είναι οι διατάξεις που θεσμοθετούν την πρακτική των προσωρινών αναθέσεων θέσεων ευθύνης με απλή απόφαση του Προέδρου του ΕΔΣ και μάλιστα με κριτήρια άκρως υποκειμενικά όπως «το εργασιακό ήθος» και τη «συμπεριφορά» των υπαλλήλων. Τέτοιες πρακτικές συνιστούν οπισθοδρόμηση για τη δημόσια διοίκηση, σε αντίθεση με την προσπάθεια των τελευταίων ετών για μετάβαση από την προσωπική ευνοιοκρατία στην αξιοκρατική επιλογή προϊσταμένων μέσω συγκεκριμένης και αντικειμενικής μοριοδότησης.

Προβληματικές είναι επίσης και οι διατάξεις που αφορούν τη σύνθεση του Υπηρεσιακού και Πειθαρχικού Συμβουλίου του ΕΔΣ οι οποίες έρχονται σε αντίθεση με το άρθρο 103 παρ.4 του Συντάγματος βάσει του οποίου τα υπηρεσιακά και πειθαρχικά συμβούλια των δημοσίων υπαλλήλων πρέπει να αποτελούνται κατά τα 2/3 από μόνιμους δημοσίους υπαλλήλους.

Τέλος, η προτεινόμενη, βάσει του κειμένου που έχουμε υπόψη μας, κατάργηση της μίας (1) θέσης ΤΕ Πληροφορικής είναι απολύτως λανθασμένη καθότι στη θέση αυτή υπηρετεί ήδη αρμόδιος υπάλληλος.

Κατόπιν των ανωτέρω, ζητάμε τον ανασχεδιασμό των προωθούμενων διατάξεων προς διασφάλιση της πραγματικής αναβάθμισης του φορέα. Συγκεκριμένα, προτείνουμε:

α) η αναγκαία αύξηση των οργανικών θέσεων ΕΕΠ του φορέα να αφορά μόνιμο προσωπικό το οποίο θα προσληφθεί με τις πάγιες διατάξεις του ΑΣΕΠ ή θα μεταταχθεί με τις γενικές διατάξεις της κινητικότητας, ώστε να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία του φορέα και η υπηρεσιακή συνέχεια

β) να μην συσταθεί ξεχωριστό πολιτικής φύσεως Γραφείο Προέδρου στελεχωμένο με μετακλητούς αλλά οι σχετικές υποστηρικτικές αρμοδιότητες να αναληφθούν από το υφιστάμενο Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης με την ανάλογη αύξηση των οργανικών θέσεων μόνιμου διοικητικού προσωπικού από 6 σε 12

γ) η προτεινόμενη και απολύτως δικαιολογημένη μισθολογική αναβάθμιση του φορέα πρέπει να αφορά το σύνολο του ΕΕΠ βάσει της 2/7491/ΔΕΠ/27/1/2017 (ΥΟΔΔ 54) με ανάλογη μέριμνα και για το διοικητικό προσωπικό του φορέα δεδομένου ότι στο σύνολό του είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών

δ) η διάρθρωση του φορέα ανά τμήματα να αποφασιστεί μετά από διαβούλευση με το σύλλογο εργαζομένων του ΕΔΣ τα μέλη του οποίου έχουν άλλωστε έχουν πολυετή γνώση των αναγκών του φορέα

ε) η έναρξη λειτουργίας των νέων τμημάτων να πραγματοποιηθεί αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία κρίσης προϊσταμένων κατά τα προβλεπόμενα στον υπαλληλικό κώδικα

ώστε να αποφευχθεί η προβληματική διαδικασία της απευθείας ανάθεσης καθηκόντων προϊσταμένων. Σε κάθε περίπτωση, εάν προκριθεί η προσωρινή ανάθεση καθηκόντων προϊσταμένων, αυτή θα πρέπει να έχει περιορισμένη χρονική ισχύ και να γίνει με αποκλειστικά αντικειμενικά κριτήρια βάσει τυπικών προσόντων και προϋπηρεσίας

στ) η σύνθεση του Υπηρεσιακού και του Πειθαρχικού Συμβουλίου να αποτελείται κατά τα δύο τρίτα από μόνιμους δημοσίους υπαλλήλους κατά τα προβλεπόμενα στο Σύνταγμα ώστε να διασφαλιστεί η νομιμότητα της λειτουργίας των εν λόγω οργάνων και να αποφευχθεί η πιθανότητα προσβολής των αποφάσεών τους.

Είμαστε στη διάθεσή σας για περαιτέρω διευκρινήσεις και ευελπιστούμε σε μια συνάντηση μαζί σας για να συζητήσουμε εκ του σύνεγγυς τα προβλήματα της υπηρεσίας και τις δυνατότητες επίλυσής τους».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ