Νέα επιδείνωση της Ελλάδας στην επιχειρηματικότητα

Νέα επιδείνωση της Ελλάδας στην επιχειρηματικότητα

Από τους επί μέρους δείκτες επιχειρηματικότητας, η επιδείνωση της θέσεως της  χώρας το 2017 σε σχέση με το 2016 συνδέεται με την πολυπλοκότητα του φορολογικού συστήματος και τη συνεχιζόμενη αύξηση της συνολικής φορολογικής επιβαρύνσεως ως ποσοστό των κερδών

Η βασική παθογένεια της ελληνικής οικονομίας πριναπό την έλευση της οικονομικής κρίσεως ήταν τογεγονός ότι το παραγωγικό της υπόδειγμα
στηριζόταν κατά κύριο λόγο στην κατανάλωση,ιδιωτική και δημόσια, και λιγότερο στις επενδύσειςκαι τις εξαγωγές. Η αποδυνάμωση της εγχώριας
ζητήσεως στα χρόνια της υφέσεως υπό το βάρος τηςμεγάλης δημοσιονομικής συστολής και της πολιτικήςεσωτερικής υποτιμήσεως, αναμενόταν ότι θα
οδηγούσε σε μεταβολή του παραγωγικού τηςυποδείγματος προς την κατεύθυνση της ενισχύσεωςτων επενδύσεων σε μηχανολογικό εξοπλισμό και την
ενδυνάμωση του εξαγωγικού προσανατολισμού, αναφέρεται στο εβδομαδιαίο δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Alpha Bank.

Οπως αναφέρεται ωστόσο, παρά την ισχυρή συμπίεση του κόστουςεργασίας, η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας συνεχίζει να υποχωρεί σύμφωνα με το δείκτη Διεθνούς Ανταγωνιστικότητας καιΠροσέλκυσης Επενδύσεων που δημοσίευσε αυτήντην εβδομάδα στην ετήσια Έκθεσή της η Παγκόσμια Τράπεζα (Doing Business 2018). Συγκεκριμένα, μεβάση τον γενικό δείκτη «ευκολία ασκήσεως επιχειρηματικής δραστηριότητας», η Ελλάδα
κατετάγη στην 67η θέση το 2017, από την 61η θέση το 2016. Από τους επί μέρους δείκτες επιχειρηματικότητας, η επιδείνωση της θέσεως της
χώρας το 2017 σε σχέση με το 2016 συνδέεται με την πολυπλοκότητα του φορολογικού συστήματος και τη συνεχιζόμενη αύξηση της συνολικής
φορολογικής επιβαρύνσεως ως ποσοστό των κερδών (μετά την συμπερίληψη του εταιρικού φόρου, των ασφαλιστικών και εργοδοτικών εισφορών, των
φόρων στην ακίνητη και κινητή περιουσία, τω μερισμάτων και κεφαλαιακών κερδών, των φόρω μεταβίβασης και συναλλαγών) στο 51,7% το 2017,
από 50,7% το 2016 και 49,9% το 2014.
Πρόσθετοι επιβαρυντικοί παράγοντες ήσαν η καταχώριση της ακίνητης περιουσίας, η πρόσβασηστη χρηματοδότηση και οι δυσχέρειες στην πτωχευτική διαδικασία. Τέλος, επισημαίνεται η σημαντική βελτίωση της θέσεως της χώρας ως προς την ευκολία ενάρξεως επιχειρήσεως το 2017, κατά 19 θέσεις, κυρίως λόγω της δημιουργίας του ενιαίου φορέα κοινωνικής ασφαλίσεως που εκτιμάται ότι αμβλύνει τις γραφειοκρατικές διαδικασίες.
Η αύξηση των επενδύσεων στην ελληνική οικονομία είναι άκρως απαραίτητη μετά από την πολυετή επενδυτική άπνοια που έχει αποδυναμώσει το
κεφαλαιακό απόθεμα της χώρας (Εβδομαδιαίο Δελτίο 4/3/2016). Η προσπάθεια πρέπει να εστιασθεί στην άρση των βασικών ανασταλτικών παραγόντων.
Η πλήρης εμπέδωση της εμπιστοσύνης στην Ελληνική οικονομία συνιστά των ακρογωνιαίο λίθο αυτής της προσπάθειας. Η ανάκαμψη των δεικτών
επιχειρηματικού κλίματος σε επίπεδα υψηλότερα σε σχέση είτε με την πρώτη περίοδο επιβολής των κεφαλαιακών ελέγχων είτε με το μέσο όρο της
περιόδου της οικονομικής κρίσεως και στασιμότητας(2008-2017) είναι ιδιαίτερα σημαντική .
Το ορόσημο, ωστόσο, για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης θα πρέπει να είναι η επιστροφή των δεικτών στο επίπεδο της περιόδου πριν από την
κρίση. Η διαδικασία συγκλίσεως προς αυτό το σημείο είναι σχετικώς αργή για τις προσδοκίες στη Βιομηχανία και το Λιανικό Εμπόριο, ενώ η σημαντική
αύξηση της τουριστικής δραστηριότητας έχει βελτιώσει τον δείκτη προσδοκιών στις Υπηρεσίες σε επίπεδο πλησίον της περιόδου 2000-2007. Τέλος, ο
γενικός δείκτης Οικονομικού Κλίματος στην Ελλάδα, με βάση τα τελευταία στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υπεχώρησε ελαφρά τον Οκτώβριο του
2017, στο 98,3, έναντι 100,6 τον Σεπτέμβριο του 2017.


Δεδομένου ότι η πλειονότητα των επιχειρήσεων στην ελληνική οικονομία αφορά σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η δυσκολία πρόσβασης σε δανεισμό
επηρέασε σημαντικά την εξέλιξη των επενδύσεων στο σύνολο της οικονομίας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ