Τι λένε οι τραπεζίτες για τη ρύθμιση των κόκκινων δανείων

Τι λένε οι τραπεζίτες για τη ρύθμιση των κόκκινων δανείων
Ναι στις ρυθμίσεις όχι σε κουρέματα λένε οι τράπεζες, οι οποίες έλαβαν το μεσημέρι της Τετάρτης, το σχέδιο νόμου για τα «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια. Σύμφωνα με το νέο σχέδιο νόμου -που θα πρέπει να πάρει το πράσινο φως από την τρόικα- οι τράπεζες θα αποφασίζουν αν κάποιος θα ενταχθεί σε ρύθμιση και με τι όρους, ενώ τα τραπεζικά στελέχη αποκλείουν το ενδεχόμενο «κουρέματος» στο άληκτο κεφάλαιο του δανείου.

Της Έφης Καραγεώργου,

Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά «κούρεμα», σημαίνει για την τράπεζα αύξηση των προβλέψεων, δηλαδή περισσότερα κεφάλαια.

Μάλιστα όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 του νομοσχεδίου παράγραφος 5 (ΔΕΙΤΕ ΤΗ ΣΥΓΚΕΡΚΡΙΜΕΝΗ ΔΙΑΤΑΞΗ ΚΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΕΔΩ) αναφέρεται ότι: «Το χρηματοδοτικό ίδρυμα παρέχει την αιτούμενη διαγραφή και ρύθμιση κατά τη διακριτική του ευχέρεια σύμφωνα με κριτήρια το οποία επιλέγει για την αξιολόγηση της ικανότητας του αιτούμενου την διαγραφή να αντεπεξέλθει στις ρυθμισθείσες υποχρεώσεις. Σε άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας το χρηματοδοτικό ίδρυμα μπορεί να παράσχει διαγραφή ή / και ρύθμιση υπό διαφορετικούς όρους από τους περιλαμβανόμενους στην αίτηση ή και να αρνηθεί συνολικά τη διαγραφή ή / και ρύθμιση».

Και στο ερώτημα τι είδους ρυθμίσεις υιοθετούν απαντούν πως: Τα μοντέλα ρυθμίσεων είναι αυτά που προβλέπονται και από τον Κώδικα Δεοντολογίας της Τράπεζας Ελλάδος. Ανάλογα λοιπόν με την περίπτωση του κάθε επιχειρηματία προχωράμε σε επιμήκυνση της διάρκειας αποπληρωμής, η οποία μπορεί να φτάσει και τα 30 χρόνια, σε μείωση του επιτοκίου ακόμα και στο μισό, στην λύση της πληρωμής μόνο τόκων μέχρι να ορθοποδήσει και πάλι η εταιρεία.

Οι τράπεζες προχωρούν σε «διαγραφή» των τόκων υπερημερίας, ενδεχομένως και των ληξιπρόθεσμων δόσεων μόνο αν υπάρξει παροχή εξασφαλίσεων από τον δανειολήπτη, δηλαδή η προσημείωση κάποιου ακινήτου.«Κούρεμα» στο κεφάλαιο μπορεί να εφαρμοστεί μόνο σε ακραίες περιπτώσεις και όπως εξηγούν τα τραπεζικά στελέχη αυτές είναι: η επιχείρηση να είναι εκτός λειτουργίας και να μην έχει ακίνητη περιουσία. Ουσιαστικά δηλαδή σε περιπτώσεις που η οφειλή είναι «χαμένη» κατά 100% και η τράπεζα έχει πάρει σχετική πρόβλεψη. Τότε προχωρά σε «κούρεμα» για να εισπράξει ένα μικρό τμήμα της ούτως ή άλλως χαμένης οφειλής.

Επίσης τα τραπεζικά στελέχη υπογραμμίζουν πως: Θα πρέπει να υπάρξουν ενιαία κριτήρια για το ποια επιχείρηση θεωρείται βιώσιμη, ενιαία κριτήρια για τον ρόλο του παλαιού ιδιοκτήτη -σε περιπτώσεις που η τράπεζα θα μπει μέτοχος- και κυρίως να μην δοθεί η λάθος εντύπωση ότι δικαιώνονται οι «κακοπληρωτές» εις βάρος των συνεπών δανειοληπτών.

Οι τράπεζες σήμερα έχουν λάβει προβλέψεις 40 δισ ευρώ, με τα «κόκκινα» δάνεια να βρίσκονται στο επίπεδο των 80 δισ ευρώ. Και όπως σημειώνουν τα τραπεζικά στελέχη, οι προβλέψεις αυτές θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν σε πρώτη φάση για διαγραφές δανείων που θεωρούνται ουσιαστικά «χαμένα» και στη συνέχεια πιο επιθετικά, ενδεχομένως για διαγραφές οφειλών βιώσιμων επιχειρήσεων.

Το κίνητρο για τις τράπεζες

Σύμφωνα με πηγές της αγοράς «κίνητρο» για τις τράπεζες για να προχωρήσουν σε «κουρέματα» είναι ότι στο νομοσχέδιο προβλέπεται η αναγνώριση της ζημίας από τη διαγραφή ως αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση. Στο σχέδιο νόμου αναφέρεται πως: «η οριστική ζημία λόγω πιστωτικού κινδύνου η οποία προκύπτει για τους πιστωτές από τη διαγραφή χρεών οφειλετών εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά σε συγκεκριμένες ισόποσες ετήσιες δόσεις (προσωρινά προβλέπονται 10).

Υπενθυμίζεται ότι το υπουργείο Οικονομικών έχει ήδη ψηφίσει ρύθμιση για την μετατροπή του αναβαλλόμενου φόρου (δηλαδή να συμψηφίζονται ζημίες με μελλοντικά κέρδη) σε φορολογική απαίτηση για τις τράπεζες λόγω του PSI.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το νέο σχέδιο νόμου έχει σημαντικές αλλαγές σε σχέση με το πρώτο νομοσχέδιο που είχε δει το φως της δημοσιότητας πριν από περίπου τρεις εβδομάδες.

Υπενθυμίζεται ότι στόχος του νομοσχεδίου είναι η ταχεία και ταυτόχρονη αναδιάρθρωση “κόκκινων” δανείων και ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία. Το συνολικό ποσό είναι της τάξης των 73 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 40 δισ. ευρώ είναι δάνεια με καθυστέρηση στην πληρωμή τους για πάνω από 90 μέρες και τα 33 δισ. ευρώ είναι χρέη που δεν έχουν εξοφληθεί προς την εφορία (21 δισ. ευρώ) και τα ασφαλιστικά ταμεία (12 δισ. ευρώ). Οι επιχειρήσεις που τα οφείλουν υπολογίζονται σε 176.000.

Σε καθαρά πρακτικό επίπεδο, το νομοσχέδιο προβλέπει δύο τύπους ρυθμίσεων. Δείτε τι ισχύει για τις πολύ μικρές και για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις ΕΔΩ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ