ΤτΕ: Κίνδυνος θάνατος οι φόροι για την ελληνική οικονομία

ΤτΕ: Κίνδυνος θάνατος οι φόροι για την ελληνική οικονομία
Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε κίνδυνο και ο μεγαλύτερος από αυτούς είναι η υπερβολική έμφαση στις αυξήσεις φόρων που αποφασίστηκε από την κυβέρνηση προκειμένου να ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση.

Αυτό αναφέρει στην έκθεση για την Νομισματική Πολιτική ο διοικητής της Τ.τ.Ε Γιάννης Στουρνάρας. Στην έκθεση η οποία παραδόθηκε πριν από λίγο στο προεδρείο της Βουλής, αναφέρεται ότι «μια μεγαλύτερη του αναμενομένου υφεσιακή επίπτωση του αυξημένου φορολογικού βάρους θα είχε ως δευτερογενή επίδραση την απόκλιση των δημοσιονομικών στόχων για τα έσοδα».

Οι προειδοποιήσεις από την ΤτΕ για τους κινδύνους που παραμονεύουν για την ελληνική οικονομία δεν σταματούν εδώ:

· Τυχόν καθυστέρηση στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων που προβλέπονται στο πρόγραμμα θα περιορίσει την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας, με αποτέλεσμα αναζωπύρωση της αβεβαιότητας, υπονόμευση του κλίματος εμπιστοσύνης και εξασθένηση των προοπτικών οριστικής εξόδου από την κρίση. Επίσης, τυχόν επιδείνωση της προσφυγικής κρίσης θα μπορούσε να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στον τουρισμό και το εμπόριο, επιβραδύνοντας την ανάκαμψη της οικονομίας.

· Εξακολουθούν να υφίστανται κίνδυνοι και αβεβαιότητες όσον αφορά την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίοι μπορούν να επιβραδύνουν την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.

Όσον αφορά στην πορεία του ΑΕΠ, θετικούς ρυθμούς μεταβολής για το τρίτο και το τέταρτο τρίμηνο του 2016, προβλέπει η Τράπεζα της Ελλάδας στην έκθεσή της για την Νομισματική Πολιτική η οποία κατατέθηκε πριν από λίγο στο προεδρείο της Βουλής. Προβλέπεται ότι με την αναστροφή του κλίματος στο β’ εξάμηνο, η χρονιά θα κλείσει τελικώς με ύφεση 0,3%.

Πάντως, στην έκθεση, αναφέρονται τέσσερις προϋποθέσεις για την επιστροφή στην ανάπτυξη:

1ον. Εμπέδωση της εμπιστοσύνης και ενίσχυση της εκτίμησης ότι η ελληνική οικονομία έχει επανέλθει στην κανονικότητα και δεν επιφυλάσσει ανεπιθύμητες παλινδρομήσεις. Για να συμβεί αυτό, πρέπει το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων να εφαρμόζεται με συνέπεια και συνέχεια.

2ον. Αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Όπως έχει προτείνει εδώ και καιρό η Τράπεζα της Ελλάδος, ταυτόχρονα με την υλοποίηση των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων, η αξιοποίηση της αδρανούσας δημόσιας περιουσίας και η ταχεία προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων είναι τα ισχυρότερα μέσα όχι μόνο για την τόνωση της επενδυτικής δραστηριότητας και την επίτευξη διατηρήσιμων ρυθμών ανάπτυξης, αλλά και για την υποβοήθηση της δημοσιονομικής προσαρμογής, καθώς συμβάλλουν στην αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους.

3ον. Αντιμετώπιση του υψηλού αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων, η οποία αποτελεί τη σημαντικότερη πρόκληση για το τραπεζικό σύστημα. Η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος όχι μόνο θα ελαφρύνει το βάρος για τους δανειολήπτες που θα συνεργαστούν, αλλά και θα επιτρέψει στις τράπεζες να απελευθερώσουν κεφάλαια, τα οποία θα μπορούσαν να κατευθυνθούν στις πιο δυναμικές και εξωστρεφείς επιχειρήσεις, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στη συνολική αναδιάρθρωση της οικονομίας υπέρ των κλάδων παραγωγής εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, με αποτέλεσμα την άνοδο της συνολικής παραγωγικότητας και του δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης ακόμη και σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Η υλοποίηση των δράσεων που περιγράφηκαν παραπάνω σε συνδυασμό με την ανάσχεση της ύφεσης και τη σταδιακή ανάκαμψη της οικονομίας θα έχουν ως αποτέλεσμα αρχικά τη σταθεροποίηση του λόγου μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο των δανείων και στη συνέχεια την αποκλιμάκωσή του, με θετική επίδραση στο σύνολο της οικονομίας.

4ον. Μεταρρυθμίσεις για τόνωση της εξωστρέφειας. Η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών και στη λειτουργία του δημόσιου τομέα θα οδηγήσει σε αύξηση των επενδύσεων και της απασχόλησης, ενώ παράλληλα αναμένεται να διευκολύνει την καινοτομία και την εισαγωγή νέων τεχνολογιών μέσω της ενίσχυσης του ανταγωνισμού. Με τη σειρά τους, οι εξελίξεις αυτές θα βελτιώσουν την ποιότητα των ελληνικών εξαγωγών, ενώ θα διευρύνουν την εξαγωγική βάση και τη συνολική παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας. Το γεγονός αυτό θα καταστήσει διατηρήσιμη την υποχώρηση των ελλειμμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, ενώ παράλληλα θα αυξήσει το δυνητικό προϊόν σε μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ