McKinsey: Δεν ξέρετε να πουλάτε τα αρχαία σας

McKinsey: Δεν ξέρετε να πουλάτε τα αρχαία σας
“Ανεκμετάλλευτα”παραμένουν τα μνημεία της Ελλάδας παρά το τεράστιο ενδιαφέρον των ξένων τουριστών γι’ αυτά, σύμφωνα μ’ έρευνα της εταιρείας συμβούλων McKinsey που έγινε για λογαριασμό του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ).

Αν και το 60% των αναζητήσεων στο διαδίκτυο που κάνουν οι ξένοι για την Ελλάδα αφορούν στον πολιτισμό της, η χώρα δεν έχει καταφέρει να «ρευστοποιήσει» το ενδιαφέρον που είναι γνωστό ότι υπάρχει για τα ιστορικά της αξιοθέατα. Χαρακτηριστικά, το μέσο έσοδο ανά επισκέπτη στην Ελλάδα σε τουριστικούς χώρους είναι κάτι παραπάνω από 6 ευρώ έναντι 19,7 ευρώ του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Ετσι, ενώ η Ελλάδα κυριολεκτικά βρίθει από απίστευτης ιστορικής σημασίας μνημεία, με την αποκάλυψη του τάφου της Αμφίπολης να βρίσκεται σε εξέλιξη, το 2013 τα έσοδα από επισκέψεις σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους ήταν μόλις 47 εκατ. ευρώ και οι επισκέπτες (Έλληνες και ξένοι τουρίστες) που θέλησαν να θαυμάσουν από κοντά την πολιτισμική κληρονομιά της χώρας μετά βίας άγγιξαν- σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας- τα 11,5 εκατ.

Την ίδια ώρα, τα μουσεία της Γαλλίας προσέλκυσαν την προηγούμενη χρονιά 73,1 εκατ. επισκέπτες, ενώ μόνο το μουσείο του Λούβρου έκοψε πάνω από 9 εκατ. εισιτήρια. Το Βρετανικό μουσείο από την άλλη, το οποίο στηρίζει τη φήμη του κυρίως στα μάρμαρα του Παρθενώνα, μετρά κάθε χρόνο περισσότερους από 5 εκατ. επισκέπτες.

Όσον αφορά το Μουσείο της Ακρόπολης, η επισκεψιμότητά του παραμένει κάτω των προσδοκιών παρά το γεγονός πως οι χρήστες του διαδικτυακού ταξιδιωτικού οδηγού Tripadvisor πρόσφατα το κατέταξαν στην 8η θέση με τα καλύτερα μουσεία στον κόσμο. Από την αρχή της λειτουργίας του το 2009, οι είσοδοι ήταν 6,5 εκατ. περίπου και παρά την αύξηση που καταγράφουν φέτος οι τουριστικές αφίξεις , από τον Απρίλιο μέχρι τον Ιούνιο το μουσείο της Ακρόπολης υποδέχτηκε τελικά 393 χιλ. επισκέπτες (από 322 χιλ. πέρσι). Σύμφωνα τέλος με τα επίσημα στοιχεία του μουσείου, από τον περσινό Ιούνιο έως τον Μάιο οι επισκέπτες έφτασαν τους 1,161 εκατ.

Και μπορεί αυτή τη στιγμή το παγκόσμιο ενδιαφέρον να είναι στραμμένο στην Αμφίπολη και στα ευρήματα των ανασκαφών που έρχονται μέρα με τη μέρα στο φως, το μουσείο όμως της Αμφίπολης, με ευρήματα από την αρχαία Άργιλο και τον Ηώνα (το λιμάνι της αρχαίας Αμφίπολης) και εκθέματα από τους προϊστορικούς χώρους μέχρι και την ελληνική και ρωμαϊκή εποχή, παρέμεινε μέχρι πρότινος στην αφάνεια. Το δε εισιτήριο για το μουσείο, το οποίο πριν από 19 χρόνια μεταφέρθηκε σε νέο κτήριο, είναι μόλις 2 ευρώ.

Το αντίτιμο για την είσοδο στα τουριστικά αξιοθέατα θεωρείται έτσι κι αλλιώς ιδιαίτερα χαμηλό. Πέντε ευρώ είναι η τιμή του εισιτηρίου για το μουσείο της Ακρόπολης, με 12 ευρώ μόλις οι τουρίστες, εκτός από την Ακρόπολη, μπορούν μεταξύ άλλων να επισκεφτούν την αρχαία και τη ρωμαϊκή αγορά Αθηνών, το αρχαιολογικό μουσείο Κεραμικού, τη βιβλιοθήκη Αδριανού και το μουσείο της αρχαία αγοράς. Το ενιαίο εισιτήριο για το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο και το Νομισματικό Μουσείο και Επιγραφικό Μουσείο είναι 12 ευρώ. Με εννιά ευρώ οι επισκέπτες μπορούν να δουν τους Δελφούς και το μουσείο των Δελφών. Η ίδια τιμή ισχύει και για την αρχαία Ολυμπία. Αν επιχειρούσε κάποιος μια σύγκριση με τις τιμές εισιτηρίων σε άλλες πόλεις της Ευρώπης, αρκεί να σκεφτεί πως το εισιτήριο για το μουσείο με τα κέρινα ομοιώματα της Madame Tussaud στο Λονδίνο, το οποίο έχει αναδειχτεί σε ένα από τα πιο προσοδοφόρα για το βρετανικό κράτος, κοστίζει 28 λίρες, δηλαδή 35 ευρώ. Ακόμη κι αν η είσοδος στο Βρετανικό μουσείο είναι δωρεάν για τις μόνιμες εκθέσεις, τα ετήσια έσοδα δεν είναι καθόλου αμελητέα, αν υπολογίσει κανείς τις πωλήσεις των αναμνηστικών και των λευκωμάτων με τους θησαυρούς του μουσείου.

Στη Μεγάλη Βρετανία μόνο το 24% των εσόδων βασίζεται στα έσοδα από την είσοδο. Οι πιο πολλές εισπράξεις προέρχονται από την πώληση αναμνηστικών, τις συχνές εκδηλώσεις και τη γενικότερη εμπορική αξιοποίηση των μνημείων της χώρας. Στη Γαλλία το ποσοστό αυτό πλησιάζει το 65%, αλλά στην Ελλάδα<strong> ξεπερνάει το 85%, γεγονός που υποδηλώνει χαμηλή προφορά εμπορικών υπηρεσιών και υποδομών που θα μπορούσαν ουσιαστικά να απογειώσουν τα έσοδα. Ακόμη και η έκδοση ηλεκτρονικών εισιτηρίων μέσω διαδικτύου αποτελεί ακόμη «όνειρο θερινής νυκτός» για τα περισσότερα αξιοθέατα.

Ενώ, λοιπόν, άλλα κράτη εκμεταλλεύονται στο έπακρο μνημεία και αξιοθέατα (κι αν ακόμη δεν τα έχουν, τα δημιουργούν και τα προβάλλουν)στην Ελλάδα, ακόμη και ο χώρος που τελούνταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες παραμένει τουριστικά αναξιοποίητος. Αν αυτός ο εξαιρετικής σημασίας χώρος βρισκόταν σε κάποια άλλη χώρα, θεωρείται βέβαιο πως θα είχε δημιουργηθεί εδώ και χρόνια κάποιο θεματικό πάρκο με επίκεντρο του Αγώνες, εφάμιλλο ίσως με αυτό της Disney (όπου το εισιτήριο για μία μέρα μέσω διαδικτυακής κράτησης αγγίζει τα 65 ευρώ). Και μόνο το γεγονός πως ο «Ομφαλός», το κέντρο της Γης, όπως οι αρχαίοι πίστευαν, ήταν στους Δελφούς, αρκούσε για να προσελκύσει εκατ. επισκέπτες κάθε χρόνο. Προς το παρόν, οι όποιες προσπάθειες εμπορικής αξιοποίησης προσκρούουν σε γραφειοκρατικά κωλύματα και στη χορήγηση αδειών.

Από τον Οκτώβριο και μετά τα μουσεία και οι αρχαιολογικοί χώροι θα επιστρέψουν στο χειμερινό ωράριο λειτουργίας πότε και θα λήξουν οι συμβάσεις των 1.120 ατόμων που προσλήφθηκαν ακριβώς για να υποστηρίξουν την πιλοτική επέκταση του ωραρίου. Από την πλευρά της, η διοίκηση του Ταμείου Αρχαιολογικών Χώρων και Απαλλοτριώσεων υποστηρίζει πως πόροι και προσωπικό είναι ελλιπή. Τώρα γίνεται προσπάθεια να υπάρξει εμπορικό τμήμα στο Ταμείο που θα αναλάβει θέματα marketing και προώθησης.

Η μελέτη της McKinsey έδειξε επιπλέον πως δεν υπάρχουν ούτε διαφοροποιήσεις στη δομή τιμολόγησης των εισιτηρίων (ετήσιες συνδρομές, εκπτωτικά εισιτήρια επαναλαμβανόμενων επισκεπτών ). Διάκριση σε Έλληνες και ξένους επισκέπτες δεν υπάρχει και έτσι όλοι πληρώνουν την ίδια τιμή. Τα εισιτήρια δίνονται στο ταμείο και όχι ηλεκτρονικά, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται τεράστιες ουρές. Δυνατότητες πάντως υπάρχουν. Σύμφωνα με τη μελέτη του ΣΕΤΕ, το κράτος θα μπορούσε μέσα σε πέντε χρόνια να αυξήσει τα έσοδα του έως και 300 εκατ. ευρώ από την καλύτερη αξιοποίηση της πολιτιστικής του κληρονομιάς.